Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ!



Το όνομα του γέροντα Παΐσιου, το άκουσα για πρώτη φορά σε ένα μικρό καφενείο–ξενώνα στις Καρυές, από μία παρέα προσκυνητών από την Κοζάνη που βρέθηκε στο Άγιο Όρος «ειδικά» για αυτόν. Ήμουν εκεί, μαζί με τον συγχωρεμένο τον Κρίτωνα Χουρμουζιάδη και, από την προηγούμενη ημέρα, σχεδιάζαμε να περπατήσουμε μέχρι τη Σταυρονικήτα για να δούμε από κοντά τα «εικονογραφικά θαύματα» του Θεοφάνη και να μεταφέρουμε στον πατέρα Βασίλειο Γοντικάκη τούς χαιρετισμούς κοινών μας γνωστών.

Όμως, η κουβέντα γύρω από τη ζωή, τις προφητείες και τα θαύματα του γέροντα γινόταν ολοένα και πιο «συναρπαστική», αυξάνοντας συνεχώς την επιθυμία να κατηφορίσουμε προς το Κουτλουμούσι και να πάρουμε το δρόμο προς το κονάκι του. Έτσι, χωρίς καν να συνεννοηθούμε με τον Κρίτωνα και χωρίς καλά–καλά να το καταλάβουμε, βρεθήκαμε να ακολουθούμε την ομάδα των πιστών που προχωρούσε μπροστά μας με μία έκδηλη αγωνία και ταραχή.

Όταν φτάσαμε έξω από το πορτάκι της αυλής, ο ήλιος είχε ξεμυτίσει από την ανατολή λιώνοντας σιγά–σιγά την πάχνη που είχε μαζέψει η νύχτα. Στο κατώφλι του καλυβιού ήταν μαζεμένα πέντε–έξι άτομα που τα πρόσωπά τους μαρτυρούσαν αγρύπνια και κούραση. Κάποιος που είχε γονατίσει στην άλλη άκρη του πεζουλιού, μουρμούριζε μια προσευχή με λόγια σφιχτά κι ακατάληπτα. Δύο νεαροί –ήταν δεν ήταν είκοσι χρονών– είχαν τυλιχτεί από μία κουβέρτα και προσπαθούσαν να συγκρατήσουν το ρίγος που τους ταλαιπωρούσε…

Βολευτήκαμε ανάμεσά τους και καθίσαμε πάνω σε κάτι κορμούς από πεύκο. Οι σαύρες –εξοικειωμένες, θαρρείς, με την παρουσία μας– τριγύριζαν ανάμεσα στα πόδια μας, συλλέγοντας με ησυχία την υγρασία των χόρτων. Μιλούσαμε χαμηλά και με σκυμμένα τα κεφάλια, σχηματίζοντας έναν ακανόνιστο κύκλο γεμάτο από καρτερία και περισυλλογή.

Την ώρα που ο Κρίτωνας άρχισε να μου μιλάει για τον Αντρέι Ρουμπλιώφ και το ταξίδι του Θεοφάνη στη Ρωσία, έτριξε η πόρτα του καλυβιού κι από μέσα ξεμύτισε λυγισμένος ο γέροντας. Ακούστηκε ένα απότομο σύρσιμο και όλοι πήγαν να σηκωθούν όρθιοι, αλλά τους πρόλαβε το αδύνατο χέρι του μοναχού που τους συνέστησε να μείνουν στις θέσεις τους. Κάποιοι έκαναν το σταυρό τους και μαζί ένα βήμα πιο κοντά του. Την ευλογία σου γέροντα, είπαν, και έστρεψαν τα μάτια τους πάνω του…

Εκείνος απόθεσε στην άκρη του περβαζιού ένα πιάτο με ψίχουλα που προορίζονταν για τα πουλιά και ήρθε στη μέση του κύκλου. Η σιωπή του κράτησε πάνω από δέκα λεπτά, φορτίζοντας ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα και το τελετουργικό. Κοίταξε για λίγο τον ήλιο που χάθηκε πίσω από ένα σύννεφο κι έδειξε τον ουρανό. Όλα από εκεί μετριούνται, είπε, και έσβησε τη φωνή του μέσα στο όνομα του Ενώχ…

Μείναμε πάνω από μία ώρα μαζί του, ακούγοντάς τον να μας εξιστορεί πράγματα γεμάτα από «χαλασμούς» και φόβο. Ο λόγος του, ακαλλιέργητος και απλοϊκός, ήταν «προσαρμοσμένος» σε μία μεταφυσική παραδοξολογία που προκαλούσε ένταση και αδημονία σε όλο το ακροατήριο. Το παρατηρούσα στα πρόσωπα των ανθρώπων. Στις συσπάσεις τους. Στην απρόσμενη διόγκωση των ματιών τους. Ήταν σαν κάτι να τους είχε κυριεύσει που πιο πολύ έμοιαζε με τελετή «εσχατολογικής μύησης» παρά με διδασκαλία αγάπης και συμφιλίωσης…

Στα χρόνια που μεσολάβησαν –και βοηθούντος του «χριστιανικού λαϊκισμού» που ήκμασε στα χρόνια του Χριστοδούλου– το «φαινόμενο Παΐσιου» (κάτι σαν… ορθόδοξος Νοστράδαμος) απέκτησε ιδεοληπτικές διαστάσεις και προσαρμόστηκε ιδανικά στη «νέα» ακροδεξιά ρητορική η οποία έβλεπε παντού «εχθρούς του έθνους», βασιλιάδες απελευθερωτές (κατά προτίμηση «μαρμαρωμένους»), κατώτερους λαούς και αλλόκοτες τιμωρίες και συμφορές… Και κάπου εκεί, αναπτύχθηκε η «νέα θεολογία της εκδίκησης»! Μία «καινούρια ηθική» που κυριαρχούνταν από ένα αβυσσαλέο μίσος για οτιδήποτε διαφορετικό κινείται εκτός των ελληνοχριστιανικών ορίων!

Το αποτέλεσμα, γνωστό. Οι «προφητείες» του γέροντα Παΐσιου έγιναν το «πνευματικό εργαλείο» μιας πολυφοβικής προπαγάνδας, η οποία καλύφτηκε εντέχνως πίσω από το θρησκευτικό συναίσθημα του λαού και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο όλα τα συνομωσιολογικά χαρακτηριστικά των «οραμάτων» του. Ενίοτε και την πλειάδα των «θαυμάτων» που ξεφύτρωναν απ’ όλες τις άκρες του… διαδικτύου!

Το ότι σήμερα αυτό το «χριστιανικό είδος» (ή και… σύστημα;) έχει τη δυνατότητα να «ρίχνει» δέκα μήνες φυλακή σε έναν νεαρό που τόλμησε να αντιπαρατεθεί μαζί του, επιλέγοντας το δρόμο της (ακραίας, έστω) σάτιρας και της ειρωνείας, αποκαλύπτει και το ανατριχιαστικότερο όλων: τη διολίσθηση της ελληνικής κοινωνίας σε φονταμενταλιστικές ακρότητες και μάλιστα με την απαραίτητη θεσμική κάλυψη.

Τελικά, σα να μη πέρασε μία ημέρα από τότε που τα αλαλάζοντα πλήθη των «χριστιανών» έσπαζαν τις βιτρίνες των κινηματογράφων για να κάψουν τις αφίσες του Τελευταίου Πειρασμού. Και λέω: μήπως το Χυτήριο ήταν μόνον η αρχή; Που, Θεός να μας φυλάξει δηλαδή…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου