Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

ΣΤΗ ΛΗΘΗ Ή ΣΤΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ;



«Εμπνευσμένος» από το κείμενό μου για την Οδό Κουντουριώτου (Νέα Εγνατία, Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014 και στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://gavrefl.blogspot.gr/2014/12/blog-post_25.html), ο Κωστής Σιμιτσής ανήρτησε στο facebook ένα δικό του κείμενο –ο ίδιος το χαρακτηρίζει «προσπάθεια»– για να αποδώσει, όπως λέει, το κλίμα, τις αντιλήψεις και τη νοοτροπία της κρίσιμης δεκαετίας του '60, που οδήγησαν στις πολεοδομικές μεταμορφώσεις της πόλης μας. Επειδή έχουν μεγάλο (πρωτίστως πολιτικό) ενδιαφέρον και οι δικές του αντιλήψεις, έκρινα σκόπιμο να το αναδημοσιεύσω ολόκληρο και εδώ… Γράφει:

Στις αρχές της δεκαετίας του '60 η Καβάλα συνέχιζε ακόμη να είναι ένας δύσκολος οδικός κόμβος για τις μετακινήσεις οχημάτων από Δύση προς Ανατολή. Όμως η οικονομία πλέον είχε άλλες απαιτήσεις. Οι συναλλαγές αυξάνονταν. Τα ΙΧ πλήθαιναν. Τα φορτηγά είχαν ήδη κατακτήσει κυρίαρχο ρόλο στις μεταφορές.

Φανταστείτε λοιπόν ένα φορτηγό που πήγαινε να φορτώσει λιπάσματα στη ΒΦΛ: κατέβαινε την 7ης Μεραρχίας, έμπαινε στη Βενιζέλου, στη Δοϊράνης έστριβε αριστερά (στην πιάτσα του 36-60), στην Ομονοίας που τότε δεν ήταν μονόδρομος έστριβε δεξιά και στα παλιά δικαστήρια παρέκαμπτε κυκλικά τον τροχονόμο για να διασχίσει την πλατεία Νικοτσάρα και να περάσει τις Καμάρες. Όταν επέστρεφε, ερχόταν από τη Σαππαίων και τη συνοικία του Τιμίου Σταυρού, κατέβαινε τη Γαλλικής Δημοκρατίας, στην Ομονοίας έστριβε αριστερά στο ύψος του Ανανιάδη και συνέχιζε στη Βενιζέλου. Αυτό προκαλούσε ατυχήματα, ρύπανση και πληθώρα κυκλοφοριακών προβλημάτων.

Η διαμόρφωση της Ερυθρού Σταυρού έδινε το στίγμα μιας καλύτερης πολεοδομικής οργάνωσης, που θα επέτρεπε βελτίωση στις κυκλοφοριακές συνθήκες και θα μεγάλωνε τον δημόσιο χώρο εμπλουτίζοντάς τον με εμβληματικά κρατικά κτήρια, όπως το Μουσείο και το Διοικητήριο (δείτε τα σχέδια του αρχιτέκτονα Κραντωνέλη). Αποκάλυπτε όμως παραδειγματικά τις αδυναμίες του φτωχού ελληνικού κράτους και του ακόμη φτωχότερου δήμου Καβάλας, που χρειάστηκε να περιμένουν σαράντα ολόκληρα χρόνια για να υλοποιήσουν εκείνα που είχαν σχεδιαστεί στην τετραετία 1928-32 του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Ούτε λόγος εκείνη την εποχή για να κατασκευαστεί παράκαμψη της πόλης. Δεν υπήρχαν τα τεράστια ποσά που διατέθηκαν αργότερα από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να έχουμε την Εγνατία Οδό. Αλλά και η νοοτροπία των εμπόρων σε όλη τη χώρα υποστήριζε τη διέλευση των οχημάτων από τις πόλεις και τα χωριά για να προκύπτει οικονομική δραστηριότητα.

Η μοναδική λύση για την αντιμετώπιση των κυκλοφοριακών προβλημάτων της Καβάλας εκείνη την εποχή ήταν η διάνοιξη της Κουντουριώτου. Το σχέδιο είχε αποφασιστεί επί δημαρχίας Τσολάκη αλλά βυθίστηκε στην έλλειψη οικονομικών πόρων, κυρίως όμως στην πάγια αδυναμία των ελληνικών δημοκρατικών διαδικασιών (χρονοτριβή, πολλαπλές προσφυγές στη δικαιοσύνη χωρίς γρήγορη έκδοση αποφάσεων, πελατειακού χαρακτήρα πιέσεις προς τον Δήμο, τους βουλευτές, τις κυβερνήσεις).

Η λύση αυτή διευκόλυνε και ταυτόχρονα αποκάλυπτε μια καινούργια τάση, που διαμορφωνόταν στην καβαλιώτικη κοινωνία της εποχής. Τον εξευρωπαϊσμό, όχι ως προσωπική στάση ζωής αλλά ως δημιουργία "εξωτερικών" συνθηκών που θα προσιδίαζαν με εκείνο που ήδη γνώρισαν οι μετανάστες στη Γερμανία και στη Γαλλία. Το οθωμανικό παρελθόν της πόλης ενοχλούσε για διάφορους λόγους, ιστορικούς, εθνικούς, ακόμη και υγειονομικούς σε μια πόλη με απαρχαιωμένο δίκτυο αποχέτευσης. Από την άποψη αυτή ο Ευάγγελος Ευαγγελίου, δήμαρχος σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της επταετίας 1967-74, πέτυχε να εκφράσει το όραμα της τοπικής κοινωνίας της εποχής. Πολλές φορές και κόντρα στη θέληση των συνταγματαρχών που τον επέβαλαν. Γι' αυτό ήταν αγαπητός και τον σέβονταν όλοι μέχρι το τέλος της ζωής του.

Σήμερα, βιώνοντας τη σιγουριά της αναδρομικής γνώσης της ιστορίας μπορούμε να εκφράζουμε τη λύπη μας για την καταστροφή μιας παραδοσιακής πλευράς της πόλης μας. Ξεχνάμε όμως ότι οι πόλεις είναι ζωντανές, αλλάζουν εμφάνιση, πληθυσμό, ιδεολογία. Αλίμονο αν ήταν στατικές. Δεν θα ήταν φορείς του καινούργιου, του σύγχρονου, του ανανεωτικού. Άλλωστε, αυτό που σήμερα είναι παραδοσιακό πριν από 150 χρόνια ήταν ρηξικέλευθο και γκρέμιζε τα προϋπάρχοντα (στην Καβάλα συνέβη αυτό από τα μέσα του 19ου αιώνα, επεκτάθηκε η τότε νέα πόλη εκτός των τειχών σε βάρος της παλιάς).

Η νοσταλγία για το παλιό πολλές φορές κρύβει την αδυναμία μας μπροστά στο καινούργιο, που δεν το έχουμε ακόμη αφομοιώσει. Η προνεωτερική κατάσταση των ανθρώπων μάς συγκινεί, ξεχνάμε όμως πόσες προσπάθειες κατέβαλαν οι πρόγονοί μας για να απαλλαγούν από αυτές. Και πολλές φορές το παλιό επιβιώνει ως σκηνικό, ως κάτι τελείως διαφορετικό από εκείνο που θέλησαν οι δημιουργοί του, πράγμα που δεν είναι κακό απαραίτητα αλλά πρέπει να μας παρακινήσει να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας.

Σήμερα στηρίζουμε πολλά στην τουριστική ανάπτυξη της Καβάλας. Η διάσωση και επανάχρηση των παλιών κτηρίων και των περιοχών (ιδίως Παναγία, Άγιος Νικόλαος, Καμάρες) είναι απαραίτητοι όροι για την αύξηση της τουριστικής επισκεψιμότητας αλλά και για τη διαμόρφωση ιδανικών συνθηκών ζωής για τους ίδιους τους Καβαλιώτες. Αυτό είναι το στοίχημα για ολόκληρη την πόλη. 

Και μία (οφειλομένη) απάντηση!

Για άλλη μία φορά, ο Κωστής Σιμιτσής αποδεικνύεται «μανούλα» στα στρογγυλέματα! Απλά εδώ το «προχωράει» ακόμη πιο πολύ, συνοδεύοντάς τα και με συγχωροχάρτια προς την «επταετία» (για χούντα και δικτατορίες ούτε λόγος) και τους πολιτικούς της υπηρέτες. Ενδυόμενος δε και ρόλο ειδικού (κατά το: «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω»), προσπαθεί να μας πείσει ότι η «μοναδική λύση» για το κυκλοφοριακό πρόβλημα της Καβάλας εκείνης της εποχής ήταν η διάνοιξη της οδού Κουντουριώτου! Καλό το παραμύθι, άλλα έχει και… δράκο!

Όπου «δράκος», τα μεγάλα εργολαβικά και συντεχνιακά συμφέροντα που εκκολάφτηκαν μέσα στο έγκλημα της αντιπαροχής, συνέπραξαν ιδανικά στην απαξίωση, την υποβάθμιση και το μαρασμό του εθνικού οδικού δικτύου και συνέβαλαν καθοριστικά στη συρρίκνωση του καθ’ όλα σπουδαίου σιδηρόδρομου (χρειάζεται μήπως να θυμίσω εδώ την αγαστή συνεργασία –και διαπλοκή–  του κράτους με τα ΚΤΕΛ;). Αποτέλεσμα αυτής της (ενσυνείδητης) πολιτικής, ήταν να οδηγηθούμε στις αστικές τερατογενέσεις και τη σταδιακή εξάλειψη της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής μας ταυτότητας. Αυτά, δηλαδή, που σε άλλα κράτη διαφυλάχτηκαν ως κόρη οφθαλμού και αποτελούν σήμερα την κορωνίδα του τουριστικού και πολιτιστικού τους «προϊόντος».

Αυτά για τον Κωστή Σιμιτσή είναι μία απλή… αναδρομή! Πουθενά ένοχοι, πουθενά καταστροφείς, πουθενά επωφελούμενοι, πουθενά ιδεολογίες! Το πλέον υπονομευτικό και ανιστόρητο; Η ανερυθρίαστη εμπλοκή του αείμνηστου Κώστα Τσολάκη, ως το «άλλοθι του Ευαγγελίου».

Το τραγικό με τον πρώην δήμαρχο είναι ότι στο όνομα των αστικών ανανεώσεων (χωρίς βεβαίως κι εδώ να ορίζει τη μορφή και την ποιότητά τους) αποδέχεται ως «κάτι το φυσικόν» την εξαφάνιση των αρχιτεκτονικών παραδόσεων, «χρεώνοντας» στους «νοσταλγούς» της, στοιχεία… γραφικότητας. Και να στο λέει αυτό ο χορευτής του Λυκείου Ελληνίδων! Για όνομα, δηλαδή…

Το μείζον: ήταν τελικά για τον Κωστή Σιμιτσή πολεοδομικό και ιστορικό έγκλημα αυτό που συνέβη στην πόλη από το ’60 και μετά; Αν ναι, η κουβέντα σταματάει εδώ και πάμε παρακάτω. Με μία προϋπόθεση: να μην αποθέσουμε στο «ντουλάπι της λήθης» τους φορείς (φυσικούς και ιδεολογικούς) αυτού του εγκλήματος και να προχωρήσουμε μπροστά διδασκόμενοι εσαεί από τη μεγάλη συμφορά.

Δυστυχώς –και αυτό ισχύει και για τον επί οκτώ συναπτά έτη δήμαρχο Κωστή Σιμιτσή– καμία κρατική ή αυτοδιοικητική αρχιτεκτονική παρέμβαση από το ’60 και μετά δεν αποδεικνύει τα περί «ζωντάνιας», «καινούριου», «σύγχρονου» και «ανανεωτικού». Εκτός κι αν ως τέτοια θεωρούνται το Διοικητήριο, η Δημοτική Αγορά, η Δημοτική Βιβλιοθήκη, τα διάφορα σχολικά κτίρια, ο τσιμεντένιος όγκος των ΤΕΙ, οι καινούριες συνοικίες… Τότε, πάσο και συγγνώμη για τη… νοσταλγία!

Βλέπετε, μου είναι κομματάκι δύσκολο να «αφομοιώσω» την τόση ομορφιά που μας έλαχε γύρω μας! Ως εκ τούτου, «νεωτεριστή» δε με λες. Πόσο μάλλον… στρογγυλευτή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου