Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Ο ΜΑΝΟΣ, Ο ΓΚΟΝΤΑΡ, Η ΛΕΠΕΝ ΚΑΙ Ο... ΦΛΩΡΙΝΙΩΤΗΣ!



Αν κάποιος μας σύστηνε τον Γιάννη Φλωρινιώτη ως έναν μετέωρο αστροναύτη χωρίς επιστροφή και μας τον παρομοίαζε με έναν Γαρδέλ, με έναν Μουλουτζί, με έναν Ζακ Μπρελ ή και με τον… Ντέηβιντ Μπάουι, η πιο μετριοπαθής και κόσμια αντίδρασή μας θα ήταν να τον πάρουμε στην πλάκα και τον χαβαλέ. Μην πω στα γιούχα και τις μούντζες. Όταν όμως αυτό έρχεται και μας το λέει ο Μάνος Χατζιδάκις, ε, όσο να ‘ναι, μια παραπάνω προσοχή θα του δώσεις.

Θυμήθηκα εκείνη την ιστορική εκπομπή στο ανεπανάληπτο (και ιερό) Τρίτο Πρόγραμμα, διαβάζοντας τις δηλώσεις του Ζαν Λυκ Γκοντάρ για τη Λεπέν, αλλά κυρίως, διαβάζοντας και ακούγοντας τις δεκάδες αντιδράσεις που τις ακολούθησαν. Από σοβαρές, φρόνιμες και διδακτικές μέχρι φαιδρές, κακόγουστες και υποτιμητικές. Και φυσικά και όλα όσα –ευκαιρίας δοθείσης– επανήλθαν στο δημόσιο λόγο για τον «ρόλο των πνευματικών ανθρώπων στην κοινωνία».

Προσπερνάω το τελευταίο, μιας και πίστη μου είναι ότι αν κάτι έχει να πει ο καλλιτέχνης ή ο λογοτέχνης, η οποιοσδήποτε τέλος πάντων προσδιορίζεται ως… πνευματικός, το «λέει» και το «δείχνει» με το έργο του. Που φυσικά, δεν είναι απαραίτητο να «συνθηματολογεί» και να «στρατεύεται» για να χαρακτηριστεί επαναστατικό, αντισυστημικό, αντιστασιακό ή οτιδήποτε άλλο «απαιτεί το κίνημα».

Τι συνδέει εν προκειμένω τον Χατζιδάκι με τον Γκοντάρ; Απλά: ο τρόπος που «υπονομεύουν» τα πράγματα. Η «αιρετικότητα» με την οποία διεισδύουν στο δημόσιο βίο. Η «λεπτή» και γεμάτη ευπρέπεια χρήση του «λεκτικού παιχνιδιού». Η βαθιά γνώση των «ισορροπιών». Η «σωστή δόση» της πρόκλησης. Η αντισυμβατικότητα ως εργαλείο μόχλευσης. Η λατρεία τους στις «ενσυνείδητες ακρότητες». Η καλλιτεχνική και πολιτική τους «αναρχία». Ιδιότητες και τάλαντο που, στην πρώτη τους ανάγνωση, λειτουργούν εν πολλοίς και σοκαριστικά.

Τότε με τον Φλωρινιώτη, ο Χατζιδάκις χρειάστηκε μία ώρα εκπομπής για να «αποκαθηλώσει» το «φαινόμενο» της εποχής. Και το έκανε με τον πιο «αγαπητικό» τρόπο! Με τον πιο πολιτισμένο. Με τον πιο ανθρώπινο. Τον έβαλε να τραγουδήσει με μόνη συνοδεία ένα… τσέμπαλο, όχι για να τον «εκθέσει» και να τον «μειώσει» –άλλωστε, «φωνητικά», ο Φλωρινιώτης δεν ήταν διόλου κακός– αλλά για να υπονομεύσει ένα ολόκληρο «σύστημα ψυχαγωγίας» που άρχισε σιγά αλλά σταθερά να κάνει την εμφάνισή του προς τα τέλη της δεκαετίας του ‘70. Όλο αυτό το σουργελοξέκωλο που θα «οργιάσει» μετά την… Αλλαγή! Αυτόν το νεοβαρβαρισμό «είδε» να καταφθάνει ο Χατζιδάκις και επέλεξε να τον «αδειάσει» πριν προλάβει να «πάρει κεφάλι».

Θα αναρωτηθούν πολλοί: πέτυχε κάτι; Εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, όχι! Τα χρόνια του ‘80 και του ‘90 εξελίχθηκαν σε «πνευματικό μας ολοκαύτωμα». Σε θρίαμβο της ανοησίας και της ελαφράδας. Στην απόλυτη εκδίκηση τής φτήνιας και του «λαμέ». Μιας άλλης… γυφτιάς. Μετασοσιαλιστικής. Και τότε; Προς τι όλος εκείνος ο θόρυβος; Προς τι –όπως και τώρα με τον Γκοντάρ– ο διχασμός της κοινής γνώμης; Οι ατέλειωτες συζητήσεις και τα «χαρακώματα»; Και απαντώ: γιατί έτσι συμβαίνει πάντα με τους ανθρώπους της πρωτοπορίας. Γιατί ποτέ δε θα καθίσουν να «σερβίρουν» λύσεις. Να παριστάνουν τους ξερόλες. Να ματαιοπονούν με «λύσεις» και «συνταγές». Μόνον έναν «σπόρο διαλόγου» ρίχνουν και περιμένουν. Έναν «σπινθήρα προβληματισμού» και τίποτε άλλο. Το αν η κοινωνία καταφέρει να ανταποκριθεί στην «ευκαιρία», είναι, πια, μία άλλη υπόθεση.

Για τους «μυημένους», αυτό πάνω–κάτω έκανε και ο Γκοντάρ με τις δηλώσεις του. «Μετάγγισε» κάτι από τον «πειραματικό στοχασμό» των ταινιών του (μήπως άραγε από την Αυτοπροσωπογραφία τού Δεκέμβρη;) στην καθ’ ημάς… αφασία. Γιατί, όποιος νομίζει ότι ο «μαοϊκός Ζαν» φλερτάρει στα (γόνιμα και εξαίσια) 84 του με την ακροδεξιά και τον φασισμό, ή αφελής είναι ή βαθιά νυχτωμένος. Οι υπόλοιποι, ας κρατήσουν την (δραματική) επεξήγηση των δηλώσεών του και ας προβληματιστούν. Μπας και κινηθούν λίγο τα πράγματα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου