Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΟΝΕΙΔΟΣ



Ήταν μία συνηθισμένη βραδινή βόλτα στην πρωτεύουσα του νησιού. Καθημερινή μέρα, αλλά, όπως λένε και οι ντόπιοι, μετά της Αγίας Μαρίνας «φορτώνει» για τα καλά ο τουρισμός. Οπότε, από τώρα και μέχρι τα τέλη του Αυγούστου, πάμε για ένα… non stop Σαββατοκύριακο.

Η «κάθοδός» μας στο Λιμένα δε συνοδεύτηκε μόνο με την προγραμματισμένη μας επίσκεψη στη φιλόξενη Ασημαυγή που, κόντρα στην γενικό κλίμα της αισθητικής μετριότητας, επιμένει να προτείνει ξεχωριστές και ελκυστικές εικαστικές προτάσεις. Η  πέριξ και εντός του «ιστορικού κέντρου» περιπλάνηση ήταν εξ αρχής δεδομένη. Μόνον που αυτήν τη φορά ήταν ακόμη πιο αποκαλυπτική της συνολικής ποιότητας που προσφέρει το εκπορευόμενο από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τουριστικό προϊόν.

Η πρώτη αίσθηση που «εισπράττει» κανείς από το διοικητικό (μα και πολιτιστικό) κέντρο της Θάσου, είναι ακριβώς ίδια με αυτήν που βιώνει και ο κάτοικος μιας ασφυκτικής και μποτιλιαρισμένης νεοελληνικής πολιτείας. Το αυτοκίνητο, κυρίαρχο παντού, ισοπεδώνει κάθε ανθρώπινη λειτουργία. Το οικιστικό και ρυμοτομικό χάος, αδίστακτο και αδηφάγο. Ο επιχειρηματικός επεκτατισμός, ανεξέλεγκτος. Ο δημόσιος χώρος, εγκαταλελειμμένος στην τσαπατσουλιά και την αλόγιστη εμπορική και «μνημειακή» χρήση. Το τραγικότερο όλων; Το πανάκριβο και υπερπολύτιμο πλεονέκτημα του υγρού στοιχείου, «εξοντωμένο» από τσιμεντένια τείχη και παραθαλάσσια παρκινγκ.

Αναμφισβήτητα, όλος αυτός ο «αστικός όλεθρος» είναι απόρροια ενός (καθ’ όλα ασυγχώρητου) τουριστικού μοντέλου, το οποίο άρχισε να αναπτύσσεται (αργά, αλλά αρκούντως διαβρωτικά) από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και κορυφώθηκε με το θράσος, την αγένεια και την αμορφωσιά που μετέφερε στο συλλογικό μας βίο, το πολιτικό και αισθητικό ξεσάλωμα της δεκαετίας του ‘80.

Έχοντας –σε μεγάλο βαθμό– «συμβιβαστεί» με τη μετριότητα που κατά ριπάς παράγει το «κοινό γούστο», το μόνον που σου απομένει, είναι να εναποθέσεις τις ελπίδες σου στην (αυτονόητη) φροντίδα του δήμου, μπας και μέσω αυτής κατορθωθεί να «σωθεί οτιδήποτε κι αν σώζεται». Μέσα από τις δικές του παρεμβάσεις στη σφύζουσα καθημερινότητα, αναζητάς μία μικρή «όαση» ευπρέπειας και καλαισθησίας. Από τη δικιά του «πολιτική συμπεριφορά». Από τη δικιά του… λάτρα.

Φευ! Δέκα η ώρα το βράδυ και μόλις λίγα μέτρα από την είσοδό σου στο πιο «κοσμικό σημείο» του Λιμένα, μια μπόχα αρχίζει να έρχεται κατά πάνω σου. Ένα «αεράκι» που ζέχνει διατροφική σαπίλα ανακατεμένη με οσμή ψοφιμιών. Και τότε, δύο βήματα απόσταση από το Αρχαιολογικό Μουσείο (!!!), αντιλαμβάνεσαι ότι η «περιπέτεια» της όσφρησής σου δεν είναι τίποτε μπροστά σε αυτό που θα αντικρύσουν τα μάτια σου! Πέντε μεγάλοι κάδοι απορριμμάτων να χάσκουν τιγκαρισμένοι από σκουπίδια που, ένεκα της πολυποίκιλης πληθώρας τους, έχουν καταλάβει και ένα σημαντικό κομμάτι του (ολοσκότεινου) πεζοδρόμου. Κι επαναλαμβάνω: μπροστά στο Αρχαιολογικό Μουσείο! Στην επιτομή, δηλαδή, του θασίτικου πολιτισμού!

Τα «καλύτερα» όμως έρχονται με το που κατεβαίνεις στο παλιό λιμάνι και –θέλοντας και μη– το μάτι σου «κολλάει» στο εμβληματικό κτίριο τού Καλογερικού. Δεν ξέρω ποιοι είναι αυτοί που δίνουν σήμερα τον «πολιτιστικό τόνο» του ιστορικού κτίσματος, αλλά αν δεν επέμβει άμεσα η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (στην αρμοδιότητα της οποίας εικάζω ότι ανήκει), φοβάμαι ότι σε λίγα χρόνια δε θα έχει απομείνει τίποτε από την ταυτότητα και τη φυσιογνωμία του. Εξωτερικά έχει ήδη υποστεί τη βαρβαρότητα από τις επιγραφές που κρέμασαν στους τοίχους και τα μπαλκόνια του το Λιμενικό Ταμείο και μία απίθανη λαογραφική κιτσαρία που «αυτοσυστήνεται» ως… Θασίτικο Σπίτι, ενώ η «εικαστική παρέμβαση» ολοκληρώνεται από κάποιον σύλλογο που πήγε και όρθωσε μπροστά του έναν «προσφυγικό τύμβο» που επικουρείται «εθνικώς» από τον γνωστό ελληνορθόδοξο σημαιοστολισμό.

Εσωτερικά, η εμφανής εγκατάλειψή του, συνοδεύεται και από εκθέσεις που επιτείνουν την εικόνα της παρακμής του, αφού –κατά πώς φαίνεται– δεν υπάρχει κανένα «αισθητικό όριο» και καμία διάθεση «αυστηρότητας» στις επιλογές.

Και κάπως έτσι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής, «χαλασμένοι» εντελώς από το απερίγραπτο περιβαλλοντικό και αισθητικό μαρτύριο που υποστήκαμε σε αυτές τις δύο ώρες. Μόνη «παρηγοριά»; Η γήινη και λιτή ατμόσφαιρα του Αερικού. Διαχρονική αξία…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου