Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΕΝΟΣ ΑΣΤΕΓΟΥ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΤΑΜΟΥΔΙΑ



Γεννήθηκα στα Ποταμούδια της Καβάλας τον Ιούνιο του 1955 από γονείς εργάτες, σκουπιδιάρης ο πατέρας μου, υπηρέτρια πλουσιόσπιτων η μητέρα μου… Εκεί λοιπόν, στο μικρό Στάλινγκραντ –όπως αποκαλούσαν τότε τη γειτονιά μου– πρωτόδα το φως του ήλιου. Αφορμή για το κόκκινο παρατσούκλι δόθηκε όταν οι εκεί καπνεργάτες απεργήσανε για πρώτη φορά πανελλαδικά… Αργότερα ένας από τους πρωτεργάτες της απεργίας, ο Βασίλης Λουλούδης (θείος μου), τότε γενικός γραμματέας της Ε.Π.Ο.Ν. Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, βρέθηκε ακέφαλος μέσα σε ένα βαρέλι… Το κεφάλι του το χρησιμοποιήσανε σα μπάλα ποδοσφαίρου πριν το αναρτήσουν σε έναν πάσσαλο στην κεντρική πλατεία Φουάτ της πόλης, οι πανηγυρίζοντες Μάηδες και Χίτες, σημερινοί μεγαλοεπιχειρηματίες της Καβάλας… Παρ’ όλα αυτά… (α ναι) για των λόγων μου το αληθές, τα γεγονότα που αναφέρω τα περιγράφει ο Γάλλος συγγραφέας Ντομινίκ Εντ στο βιβλίο του «Οι καπετάνιοι – Άρης Βελουχιώτης»… Παρ’ όλα αυτά, αν και σήμερα η μοναδική μου περιουσία είναι τα ρούχα που φοράω, αν και οιονεί άεργος, άπορος, άστεγος κτλ. εν τούτοις συμπλήρωσα 55 χρόνια ζωής… Το σάλιο μου όμως πικρό, στάζει χολή… Εν τω μέλλοντι και καθ’ οδόν ενδεχομένως περαιτέρω!

Περάσανε κοντά τέσσερα χρόνια από τότε που ο Κορνήλιος Λουλούδης μιλούσε στον Φίλιππα Κυρίτση για την ζωή του. Ήταν 17 Νοεμβρίου του 2010 και ο Κορνήλιος, στα πενήντα πέντε του πια, άστεγος και ταλαιπωρημένος, ζούσε από τα συσσίτια τού δήμου και από τα περισσεύματα ενός μαγειρειού των Εξαρχείων. Το πρόσωπο και το σώμα του είχαν πάρει από καιρό μια όψη πρόωρου θανάτου. Αρνούμενος πεισματικά να «καταγραφεί» ως άπορος, βίωνε με τον πιο σκληρό τρόπο το αυτοεξόριστο δράμα του. «Επιλογή» που τον «κυνηγάει» από τότε που άρχισε να γνωρίζει τον κόσμο και τον υπόκοσμο. Του ποταμιού τις όχθες, όπως θα γράψει το ’75 από τις φυλακές της Κασσαβέτειας…

Στα αναμορφωτήρια και τις φυλακές η μισή του ζωή. «Ψημένος» από μικρός στα βάσανα. Φτωχοδιάβολος σκέτος. Σαν ήρωας από σελίδες του Ντίκενς και του Ουγκώ. Φιγούρα «καταραμένου».

Κατεβαίνει με την οικογένειά του στην Αθήνα, αλλά η φτώχεια και η ανέχεια τον «σπρώχνουν» γρήγορα στη παρανομία. Μπαίνει στις φυλακές ανηλίκων της οδού Βουλιαγμένης. Αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ως ποινικός κρατούμενος, «μπλέκεται» με την πρώτη μεταπολιτευτική «φουρνιά» των φυλακισμένων αναρχικών και η μέχρι τότε συναισθηματική και ενστικτώδης σχέση του με την πολιτική, αποκτά συνειδησιακά χαρακτηριστικά. Καθοριστικό ρόλο σε αυτήν την εξέλιξη θα παίξει η δολοφονία του φίλου του, Μιχάλη Πρέκα, από τους αστυνομικούς, το 1987.

Στην «αντιεξουσιαστική του φάση», ο Κορνήλιος Λουλούδης θα εξελίξει και την κλίση του στο γραπτό λόγο, μεταπηδώντας από την μεταρεμπέτικη στιχουργική σε πιο σύνθετες και απαιτητικές φόρμες. Τους «χρόνους της ελευθερίας» του, γράφει, τυπώνει και κυκλοφορεί ο ίδιος το «χειροποίητο» περιοδικό Κουρδοκέλι με πολιτικά κείμενα, ποιήματα και σχέδια. Στα Εξάρχεια ζουν ακόμη ο Άσιμος, η Γώγου, ο Σιδηρόπουλος…

Όσοι τον γνώριζαν από κοντά, λένε πως κάπου εκεί στα μέσα του ’80 επέστρεψε στην Καβάλα και δούλεψε σαν κλητήρας στο Δημαρχείο, αλλά απολύθηκε όταν βρήκε την ατζέντα του τότε δημάρχου και γνωστοποίησε το περιεχόμενό της στους πολιτικούς του αντιπάλους. «Υπόθεση» άγνωστη που κινείται οριακά μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Η επάνοδός του στην Αθήνα θα συνοδευτεί και με την τελευταία πράξη του «παράνομου βίου» του και τα επτά χρόνια φυλάκισης που θα του «αποφέρει» η ένοπλη ληστεία σε ένα κέντρο διανομής των Ελληνικών Ταχυδρομείων στον Πειραιά. 

Μετά την αποφυλάκισή του, ο Κορνήλιος ανεβαίνει τα τελευταία κατσάβραχα του Γολγοθά του, «κυλώντας» ολοένα και πιο βαθιά στη φτώχεια και την ανέχεια. Ακόμη και αυτή η έκδοση των ποιημάτων από τους παλιούς και λιγοστούς του φίλους, δε θα σταθεί ικανή για μία ύστατη προσπάθεια… ψυχικής επανένταξης. Το Μαύρο Κουτί της Φυλακής θα γίνει απλά το μαξιλάρι του στα παγκάκια που κοιμάται τα βράδια και πάνω σε αυτό θα αφήσει και την τελευταία του πνοή. Άστεγος, έξω από τα Προπύλαια. Ήταν 16 Αυγούστου του 2014…

Η είδηση του θανάτου του θα «περάσει» στα «βουβά» της ενημέρωσης. Σε λίγα blogs, σε μερικές ιστοσελίδες, στην Αυγή από όπου συνήθιζε να περνά για ένα τσιγάρο και καφέ… Πέθανε ο άστεγος αναρχικός ποιητής Κορνήλιος Λουλούδης. Η αστυνομία ψάχνει μάταια να βρει κάποιον συγγενή του. Στον τάφο του δε θα τρέξουν δάκρυα. Στέγνωσαν όλα. Αν και κάτι μου λέει ότι αυτός θα επιμένει ακόμη από ‘κει πάνω: Σημασία δεν έχει να ξέρεις τι σου γίνεται. Σημασία έχει να ξέρεις ποιος είσαι…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου