Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

ΒΟΗΘΕΙΑ ΜΑΣ...



Ενεός μετά το τέλος της συνέντευξης του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης στην Ανίτα Πάνια, βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα πολύ μεγάλο δίλημμα. Σκεφτόμουν: να το πάρω στην πλάκα και τον χαβαλέ όλο αυτό που «έζησα» μαζί τους ή θα πρέπει να το αντιμετωπίσω με τη σοβαρότητα που διέπει τον ρόλο του πρωταγωνιστή της;  

Διότι, αδέλφια μου, αυτό δεν ήταν συνέντευξη πνευματικού ηγέτη. Πανηγύρι σκέτο ήταν και σόου αντάξιο της «κουλτούρας» των Παρατράγουδων. Και μπορεί το «σκηνικό» να μην παρέπεμπε σε κάτι το παρδαλόν και το εφήμερον (τουναντίον, ξεχείλιζε από βυζαντινή μεγαλοπρέπεια), αλλά όλα αυτά που ακούσανε τα αυτιά μου, φτάνουν και παραφτάνουν για να την κατατάξουν στα κορυφαία δείγματα της Trash TV. Και ως τέτοιο, δυσκολεύομαι τα μάλα για να το αντιμετωπίσω. Οπότε για τα περαιτέρω, ας με φωτίσει ο Θεός…

Η Πάνια και ο Άνθιμος λοιπόν, σε ένα αλησμόνητο τετ α τετ, με την «ιέρεια της τηλεοπτικής παρακμής» να μη χαμπαριάζει τίποτε και να αντιμετωπίζει τον γέροντα με τους όρους της δικής της «αρένας». Χωρίς καμία επιτήδευση, χωρίς καμία δηθενιά, χωρίς καμία σοβαροφάνεια και τελετουργία. Ατόφια Αννίτα. Ακομπλεξάριστη όσο και απέναντι στον… Κάτμαν!

Για όλα τα παραπάνω, κλίνω το γόνυ στην αφεντιά της, αναφωνώντας στεντόρεια: να μου ζήσεις, κουκλάρα μου! Γιατί, εσύ μόνον από όλο αυτό το κακοφορμισμένο σόι της δημοσιογραφίας, κατάφερες να «αδειάσεις» με τόσο γλυκό και χαριτωμένο τρόπο αυτόν τον απίθανο «πνευματικό θεατρίνο» και να τον κάνεις «ρόμπα» στο πανελλήνιο. Πότε με τα «ροζ» που αφορούσαν στα περί ομοφυλοφιλίας, πότε με τα άλλα τα «μακάβρια» για την καύση των νεκρών και πότε με τα «υπαρξιακά σου δράματα» περί ζωής και θανάτου, κόλασης και παραδείσου. Θεά!!!

Όσο για τον Δέσποτα; Να γελάς και να κλαις συνάμα και να μην ξέρεις από πού σου έρχονται οι… ρουκέτες. Ασυμμάζευτος. Από τη μια να καλεί τους γκέι προς «διόρθωση» και «μετάνοια» –επικαλούμενος μάλιστα και «ευαγγελικές εντολές»– κι απ’ την άλλη τα μάτια του να γίνονται τζιρτζιλιά στην απόφαση τής αναψοκοκκινισμένης Αννίτας να πετάξει από πάνω της το σεμνό ένδυμα. Κι έπειτα να αρχίζει το μεγάλο δούλεμα. Να λέει αυτός ότι δε μπορεί να γυρίσει πίσω η σχέση μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και να εισπράττει την ατάκα «να καθίσουμε να το απολαύσουμε δηλαδή...». Να κάνει λόγο για τα έσοδα τον εκκλησιών (που είναι… οργανισμοί!) στα χρόνια της κρίσης και να τον «τρώει» η άλλη με τη συμπλήρωση «μαγαζί γωνία...». Να αποκαλύπτει τις εορταστικές περιόδους «οικονομικής κίνησης» των ναών και να ακούει στο άνετο και το χαλαρό (προφανώς συμφωνώντας) την… θεατρικοποιημένη περιγραφή της «κινήσεως»: «ε, ναι Παναγιώτατε, διότι την ημέρα που γεννήθηκε ο Χριστούλης, ο κόσμος είναι και πιο large, οπότε γίνεται και το χαϊλίκι το εμπορικό…»!

Η πλάκα (ή το δράμα;) είναι ότι πάνω εκεί που έλεγα, πάει, το «τερμάτισε» ο ποιμένας, όλο και κάτι καινούριο ξεπηδούσε και με «έστελνε». Βοηθούντος βεβαίως και της προβοκατόρικης (ενίοτε και… τρελά εωσφορικής) διάθεσης της Αννιτούλας. Η οποία «το κορύφωσε» με την ερώτηση–μνημείο: «εσείς, Σεβασμιότατε, δε φλερτάρετε κάθε μέρα, δεν έχετε σχέσεις, δεν πάτε στα κλαμπ… αλήθεια, πώς διασκεδάζετε…»;

Όχι, δε θα αποκαλύψω τίποτε, καθότι έχουμε και σκηνή (απείρου… κακογουστιάς) με το εγκόλπιο. Σας προτρέπω όμως προς θέαση όλων μέσω YouTube. Απλά πληκτρολογείστε https://www.youtube.com/watch?v=-1s80P3t_xI

Κατά τ’ άλλα, βοήθειά σας…

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΝΟΙΞΑΜΕ ΚΑΙ ΣΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ...



Δε θα με πιστέψετε, αλλά σιγά–σιγά αρχίζω να την συμπαθώ την κυρία Καραβία. Διότι, αν είναι με την κάθε της εμφάνιση να μου εξασφαλίζει εμένα επίκαιρα θεματάκια, ντεφ’ να γίνουν οι «ποιοτικοί και οι κουλτουριάρηδες» (μηδέ του Γκόνη και του Λυχούνα εξαιρουμένων).

Τις προάλλες που λέτε, η νέα πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ κάλεσε τους δημοσιογράφους για να παρουσιάσει –κάτι σαν «παγκόσμια πρώτη» ένα πράμα– το καινούριο Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού και μάλιστα με το ίδιο εθιμοτυπικό που οι θίασοι παρουσιάζουν τις πρεμιέρες των έργων τους. Το ότι σε αυτό το «ελπιδοφόρο ξεκίνημα» δεν κατάφερε να «μαζέψει» ούτε τα μισά από τα μέλη του, ας μη θεωρεί από τους βιαστικούς και τους επικριτές της ως πρόωρη ένδειξη οργανωτικής δυσλειτουργίας. Δουλειά είχαν οι άνθρωποι και πού να τους συντονίσεις.

Κατά τ’ άλλα, χάρμα! Υψηλό επίπεδο! Ο ένας να λέει ότι είναι διατεθειμένος να προσφέρει στο πολιτιστικό γίγνεσθαι της πόλης (τώρα, γιατί εγώ κάτι παθαίνω όταν ακούω αυτό το «γίγνεσθαι», είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο), ο άλλος –εκπαιδευτικός ΚΑΙ σκηνοθέτης, παρακαλώ– ότι ετοιμάζει χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις με μαθητές και δασκάλους (για μπαλνταφάν έχουμε ακόμη καιρό), η «παλαίμαχος» Σταυρούλα (μία είναι η Σταυρούλα) να δίνει υποσχέσεις για ανέβασμα του πολιτισμού και ο σύντροφος της αντιπολιτεύσεως να δηλώνει την ιδεολογική του σύμπνοια για το καλό (τίνος άλλου) του πολιτισμού…

Και η κυρία πρόεδρος; Χμ... Εντάξει, λίγο μουδιασμένη, λίγο αμήχανη, προσθέστε και εκείνο το τρακ της «πρωτάρας», ε, πολύ θέλει να «δέσει» το... δράμα;

Σκηνή πρώτη λοιπόν: το ΔΗΠΕΘΕ είναι μια επιχείρηση και πρέπει να λειτουργήσει πάνω σ’ αυτή τη βάση, ενώ όσον αφορά τον καλλιτεχνικό τομέα, υπάρχει ο Θοδωρής Γκόνης, αλλά και εγώ, που έχω μια μεγάλη εμπειρία, ενώ και κάποια μέλη του ΔΣ έχουν μια επαφή με το θέατρο, είτε ως θεατές, είτε μετέχοντας σε κάποιες δραστηριότητες...

Εσείς τώρα που είστε έξυπνοι και υποψιασμένοι άνθρωποι, τι καταλαβαίνετε; Θέλει ή δε θέλει η πρόεδρος να γίνει (μεταφορικώς μιλώντας)… Γκόνης; Εμένα πάντως δε μου το βγάζετε από το μυαλό μου. Είναι βλέπετε κι αυτή η «μεγάλη εμπειρία» που την έχει… κουντουρντίσει.

Σκηνή δεύτερη: στις «προτεραιότητες χρόνου» του ΔΣ είναι το «νοικοκύρεμα του “Αντιγόνη Βαλάκου”, όπως η διαμόρφωση της βιτρίνας του θεάτρου που βρίσκεται στον δρόμο, η πρόσοψή του, καθώς και το φουαγιέ με την ταυτόχρονη λειτουργία του...

Αυτά τα καινοτόμα είναι που με συναρπάζουν. Προτεραιότητα Χρόνου! Πςςςςςς... Έχω πάθει τώρα. Κι αυτή η «τάση νοικοκυρέματος»; Το έλεγα εγώ από παλιά, αλλά ποιος να με ακούσει από τους άλλους τους λέτσους. Μία Δέσποινα Στυλιανοπούλου χρειαζόταν το ΔΗΠΕΘΕ! Κι ένα φαράσι. Οπωσδήποτε.

Σκηνή τρίτη: θα δημιουργηθεί και ένα αρχείο επαγγελματιών καλλιτεχνών της Καβάλας, ούτως ώστε σε πρώτη ευκαιρία να αξιοποιούμε τους καβαλιώτες καλλιτέχνες, είτε ζουν στην Καβάλα, είτε εκτός αυτής...

Συμφωνώ απολύτως με την «αξιοποίηση» και μάλιστα έχω και πρόταση: Πάρις Κατσίβελος να απαγγέλει Καβάφη σε ολονύχτια events! Και για τους δύσπιστους, έχω και ντοκουμέντα: https://www.youtube.com/watch?v=nNxWCMN-9os

Σκηνή τέταρτη: θα καθιερωθεί ένα καλλιτεχνικό δεκαπενθήμερo από καβαλιώτες καλλιτέχνες, ενώ θα καθιερωθεί και ένα δεκαπενθήμερο με δράσεις ερασιτεχνών ηθοποιών, όπου θα υπάρχει, όμως, ένα συγκεκριμένο θέμα πάνω στο οποίο θα δουλεύουν οι καλλιτέχνες, ώστε να αναβαθμιστεί το ερασιτεχνικό θέατρο της πόλης...

Ποιος τη χάρη μας! Δύο καλλιτεχνικά δεκαπενθήμερα! Δεν ξέρω αν θα συνδυάζονται και με τις εκπτώσεις του Εμπορικού Συλλόγου –πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει και η πιθανότητα να δούμε κάποια στιγμή στη σκηνή τον Λεμονίδη με την Τσουρή– αλλά εμένα ήδη μου «καρφώθηκε» από τώρα ο πρώτος θεματικός κύκλος: Του Κάθε Πικραμένου… Έγραψα;

Σκηνή πέμπτη: θα διοργανωθούν και σεμινάρια αρχαίου δράματος, καθώς και μαθήματα εικαστικών στα πολιτιστικά κέντρα των κοινοτήτων του Δήμου Καβάλας...

Αυτό, ναι. Είναι από τα... προχωρημένα. Και για να δείτε πόσο πολύ θέλω να συνεισφέρω στον μεγάλο σκοπό (αφιλοκερδώς εννοείται), καταθέτω ευθύς αμέσως και την τρίτη μου βοήθεια: σεμινάριο Μήδειας! Ή μήπως κλέβω ιδέες;

Σκηνή έκτη: θα πρέπει να κάνουμε από κάπου οικονομία, ανεβάζοντας τα έσοδα από τα εισιτήρια κι αυτό είναι μια παράκληση στον κόσμο να έρθει στο θέατρο, καθώς θα έχουμε ευχάριστες παραστάσεις, από το να έχουμε κάποιες παραστάσεις που θα γεμίζουν 30–40 θέσεις...

Για σιγά, γιατί θα μου «στρίψει» εντελώς. Καλή μου κυρία Καραβία, εσείς δεν είστε που «φάγατε» τη μισή σας καριέρα με την Άννα που Περπατά στα Σύννεφα και με ‘μας από κάτω να πλαντάζουμε στο κλάμα και τον πόνο; Πώς την «είδατε» τώρα και είπατε να το «γυρίσετε» στο «ευχάριστον» και το τραλαλό; Τι στροφή είναι ετούτη προς τα… ευκολάκια; Χάνω πάσα ιδέα. Και δυστυχώς (για εσάς), επί του συγκεκριμένου, δεν μπορώ να προσφέρω καμία από τις ανεκτίμητες (και πάντα αφιλοκερδείς) υπηρεσίες μου. Καθότι και του… ελιτισμού…

Οπότε, εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε…

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΜΑΣ "ΜΕΓΑΛΩΣΑΝ"



Εδώ και αρκετές μέρες και με αφορμή τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από τη «γέννηση» του ελληνικού κινηματογράφου, «τρέχει» στην επίσημη ιστοσελίδα του Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης ένα πολύ ενδιαφέρον «γκάλοπ», στο οποίο οι «πιστοί σινεφίλ» καλούνται να ψηφίσουν το «φιλμ της καρδιάς τους», επιλέγοντας μέσα από έναν κατάλογο διακοσίων ταινιών. Ταινιών που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, έχουν σημαδέψει την καλλιτεχνική πορεία του ελληνικού σινεμά και σε μεγάλο βαθμό έχουν ορίσει και την «πολιτική μας αισθητική».

Αν κάτι δεν «κάθεται» καλά σε αυτό το καθ’ όλα ελκυστικό και πρωτόγνωρο γκάλοπ, είναι ότι θέτει ως όριο επιλογής τη μία ταινία, γεγονός που καθιστά κατά τι ασαφές και... ατεκμηρίωτο το «τελικό αποτέλεσμα». Συν το ότι περιορίζει και το «πάθος της συμμετοχής» που εδώ, εκ των πραγμάτων, συνυπάρχει και με την άσκηση της μνήμης μας. Όμως, μπροστά στην «ιστορική υπενθύμιση» και την «ευεργετική νοσταλγία» που παράγει η συγκεκριμένη λίστα, αυτά ας θεωρηθούν ως μικρές και απλές «τεχνικές λεπτομέρειες» του… δημοψηφίσματος. Το θέμα, έτσι κι αλλιώς, είναι οι ίδιες οι ταινίες. Ήγουν, ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού.

Τι μας θύμισε ο κατάλογος; Τις ταινίες μέσα από τις οποίες «ανδρώθηκε» κινηματογραφικά η μεταπολιτευτική γενιά και που, με τους απόηχούς τους, μετέτρεψαν τους «αντιστασιακούς τους υπαινιγμούς» σε χαμηλόφωνες φορτίσεις. Στην πρωτοκαθεδρία αυτής της σειράς, το αγέρωχο… Μέχρι Το Πλοίο του Αλέξη Δαμιανού, η λεπτοκεντημένη Εκδρομή του Τάκη Κανελλόπουλου και ο «μολυβένιος» Ουρανός του και, φυσικά, η «αγία τετράς» του Νίκου Κούνδουρου: Μαγική Πόλη, Ο Δράκος, Το Ποτάμι και οι Μικρές Αφροδίτες.

Στα σκοτάδια της χούντας και με τον εξώστη του Ολύμπιον να δονείται συθέμελα από «πνευματικό και πολιτικό οίστρο» (μηδέ των «κραξιμάτων» εξαιρουμένων), κάνει την εμφάνισή της η ταινία–σταθμός του ελληνικού κινηματογράφου και αυτή που θα αλλάξει άρδην τα «αφηγηματικά του στάνταρς». Ο λόγος για τη μυθική Αναπαράσταση του Θόδωρου Αγγελόπουλου, φιλμ που καθόρισε εν πολλοίς και τη μεγαλειώδη πορεία του κορυφαίου μας δημιουργού.

Αντάμα με αυτό το εμβληματικό και πρωτοπόρο «μοιρολόι–νουάρ» του Αγγελόπουλου, θα συμβαδίσουν: η αξεπέραστη Ευδοκία του Αλέξη Δαμιανού, το εύθραυστο Προξενιό Της Άννας του Παντελή Βούλγαρη, η κορυφαία αντιπολεμική σάτιρα του Ντίνου Κατσουρίδη με το Τι Έκανες στον Πόλεμο, Θανάση, η γεμάτη από «ποιητική υγρασία» Παρένθεση του Τάκη Κανελλόπουλου, η πρώτη (και θαυματουργή) απόπειρα της Τώνιας Μαρκετάκη με τον Ιωάννη τον Βίαιο και, βέβαια, οι Μέρες Του ’36, ως προάγγελος του Μεγάλου Κινηματογραφικού Έπους!

Το ότι η ψήφος που δικαιούμουν θα «έπεφτε» στο Θίασο, ήταν εκ των προτέρων δεδομένο. Το «αγγελοπουλικό θαύμα» παραμένει αξία αδιαπραγμάτευτη και μία διαρκής ιστορική, πολιτική και αισθητική μαθητεία. Ενίοτε και η «πνευματική μας αφύπνιση».

Ο «μεταπολιτευτικός πυρετός» των δρόμων και των πλατειών, μοιραίο ήταν να θερμάνει και τις δημιουργικές διαθέσεις των σκηνοθετών που, ακόμη και μέσα στις υπερβολές τους, θα γίνουν οι προπομποί μιας καινούριας κινηματογραφικής τελετουργίας. Για μία δεκαετία σχεδόν, η σχέση μας με το ελληνικό σινεμά θα αποκτούσε διαστάσεις μυσταγωγίας. Συνάμα δε, και ήταν και μοναδική ευκαιρία για ζυμώσεις και ανιχνεύσεις. Διάλογοι ωρών που έσπερναν τη νέα μας μυθολογία.

Στα «μυστικά τοπία» αυτού του μύθου, θα ξαναβρώ: το γεμάτο από ξερονησιώτικη σκόνη και αέρα Χάππυ Νταίη του Βούλγαρη, τον δοξαστικό Σταύρο Τορνέ με τον απαιτητικό Μπαλαμό, το πρελούδιο της Φρίντας Λιάπα Οι Δρόμοι Της Αγάπης Είναι Νυχτερινοί, το πολύ «προχώ» για τα χρόνια του Κιέριον του Δήμου Θέου, τον μαιτρ της «αστικής αναρχίας» Νίκο Νικολαΐδη. Μία με Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμη και την άλλη με τη Γλυκιά Συμμορία. Κι έπειτα, τον εστέτ Νίκο Παναγιωτόπουλο μέσα από Τα Χρώματα της Ίριδας, το «μαρτυρικό» Δοξόμπους του Φώτου Λαμπρινού, την αριστοκρατική Γενέθλια Πόλη του Τάκη Παπαγιαννίδη, το γλυκόπικρο και τόσο αγαπητικό Καλή Πατρίδα, Σύντροφε του Λευτέρη Ξανθόπουλου, τη «σκοτεινή» Φωτογραφία του Νίκου Παπατάκη, το παραμυθένιο Δέντρο Που Πληγώναμε του Δήμου Αβδελιώδη... μέχρι το παθιασμένο και λυτρωτικό Ρεμπέτικο του Κώστα Φέρρη.

Αναμνήσεις; Η όμορφα γερασμένη Μαίρη Χρονοπούλου στα Παιδιά της Χελιδόνας του Κώστα Βρεττάκου, εννοείται ο Αργύρης Μπακιρτζής στις ταινίες του Τσιώλη, ο πολυαγαπημένος Χρήστος Βακαλόπουλος σκηνοθετώντας την Όλγα Ρόμπαρτς, ο υπέροχος όπου και να εμφανίστηκε Άρης Ρέτσος, τα γυρίσματα του Καραβάν Σαράι με τον Τάσο Ψαρά στο παλιό καπνομάγαζο της Ελευθερούπολης, όλοι οι αγροφύλακες του Αβδελιώδη από την Εαρινή Σύναξη, η Δώρα Μασκλαβάνου και η Σωτηρία Λεονάρδου, σε κάθε ρόλο και σκηνή που έπαιξαν, οι μετανάστες και τα τζάνκια στο Από την Άκρη της Πόλης του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, όλοι οι φαντάροι –προεξάρχοντος του Καραμαζώφ– στο Λούφα και Παραλλαγή του Περράκη, η Καραΐνδρου από την Τιμή Της Αγάπης, ο Τάσος Υφάντης στην Ανατολική Περιφέρεια του Βασίλη Βαφέα... Ο Κατράκης και ο Παπαγιανόπουλος. Δυο Ελλάδες ανταριασμένες στον πιο αδελφικό και ειρηνικό διάλογο. Και εκείνος ο επουράνιος χορός του Κατράκη από το Ταξίδι Στα Κύθηρα

Όσοι και όσες επιθυμούν να πάρουν μέρος στη ψηφοφορία, δεν έχουν παρά να «μπουν» στο http://www.filmfestival.gr/default.aspx?lang=el-GR&page=1241 για να ενισχύσουν την αγαπημένη τους ταινία. Με την υπενθύμιση ότι το χρονικό όριο είναι η 30η Σεπτεμβρίου. Σπεύσατε…

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΜΟΝΟΠΩΛΙΑ



Θα «πιαστώ» από τον επίλογο του ρεπορτάζ της Νέας Εγνατίας για τις εκδηλώσεις του 3ου Αντιφασιστικού–Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ για να εκφράσω μέσω αυτού τις (πιθανόν λυπηρές για κάποιους) απόψεις μου για το συγκεκριμένο γεγονός. Γράφει: Να σημειωθεί ότι το 3ο Αντιφασιστικό–Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ συνέπεσε με τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τη δολοφονία του μουσικού Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι από οπαδό της Χρυσής Αυγής, ενώ ο κόσμος που έδωσε το «παρών» στο Φεστιβάλ δεν ήταν ανάλογος των προσδοκιών και κυρίως, των κοινωνικών και πολιτικών συγκυριών της εποχής, που βρίθει ρατσιστικών και φασιστικών φαινομένων.

Ζητούνται αντιφασίστες λοιπόν; Ή απλά τα αντιφασιστικά κινήματα (με ή χωρίς εισαγωγικά) αποδεικνύονται κατώτερα των προσδοκιών και των περιστάσεων; Είναι τόσο «πεσμένες» οι διαθέσεις του κόσμου ή το «συγκινητικό πλαίσιο» των εκδηλώσεων κινείται μέσα σε προβλεπόμενα και διεκπεραιωτικά πλαίσια που καθορίζουν εξ αρχής και το μέγεθος των συνάξεων; Να φταίει μήπως η περιχαράκωση που (άθελα τους;) επιβάλλουν οι (αυτοπροσδιοριζόμενες) «κομματικές πρωτοπορίες»; Ο πολυτεμαχισμός της Αριστεράς ίσως; Ή ενδεχομένως και αυτή ακόμη η ποιότητα των εκδηλώσεων; Το αισθητικό τους μειονέκτημα; Το έλλειμμα φαντασίας; Μία «φεστιβαλική ατμόσφαιρα»... χίπικων προδιαγραφών με ξεπερασμένα επικοινωνιακά μέσα;

Εκτιμώ ότι το μειωμένο ενδιαφέρον του «λαϊκού παράγοντα» είναι συνάρτηση όλων αυτών των παραμέτρων. Το ότι μέχρι σήμερα που μιλάμε, δεν υπήρξε καμία ουσιαστική πρωτοβουλία που να «σπάει» τα «ιδεολογικά στεγανά» και να διαμορφώνει συνθήκες «αντιφασιστικού πλουραλισμού», είναι ζήτημα βαθιάς πολιτικής ανωριμότητας και ενός μίζερου και μονόχνοτου καθοδηγητισμού. Άλλωστε, βοά ακόμη το προ διετίας παράδειγμα από την (δειλή, έστω) απόπειρα του Δήμου Καβάλας να «αρθρώσει» έναν πάνδημο αντιφασιστικό λόγο και ο τρόπος με τον οποίο υποβαθμίστηκε και απαξιώθηκε εκείνη η πρωτοβουλία του. Της οποίας, ειρήσθω εν παρόδω, βασικός της διαμορφωτής ήταν η δημοτική παράταξη της Αριστεράς.

Ναι, είναι λυπηρό να βλέπεις τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα να «απαρτίζουν» το «αντιφασιστικό σκηνικό» της πόλης. Και το «πράγμα» γίνεται ακόμη πιο λυπηρό, όταν όλες αυτές οι εκδηλώσεις «βγάζουν» μία απίστευτη κούραση εξ αιτίας του ίδιου του περιεχομένου τους. Μία πολιτιστική και πολιτική μανιέρα που, αν δε σε «κοιμίζει», σε ρίχνει σε βαθιά κατάθλιψη.

Προς Θεού και για να μην έχουμε παρεξηγήσεις: δεν υποτιμώ διόλου τη συνεισφορά κανενός. Το αντίθετο. Τη σέβομαι και την εκτιμώ απεριόριστα. Σέβομαι το χρόνο που σπαταλούν τόσοι άνθρωποι από την προσωπική τους ζωή και από την εργασία τους. Σέβομαι τις πολιτικές και κοινωνικές τους ευαισθησίες όσο τίποτε άλλο... Ακόμη–ακόμη και το (πολλές φορές ατίθασο) πάθος που «καταναλώνουν» για να φέρουν σε πέρας το εγχείρημά τους. Γι’ αυτό και οι ενστάσεις μου έχουν ως μοναδικό αντικείμενο την διαχείριση του πολιτικού επίδικου. Άντε και αυτό της «φόρμας» μέσα από την οποία αξιοποιούν τις προτάσεις τους. Το θέμα λοιπόν είναι αλλού: αν όλος αυτός ο κόπος, όλη αυτή η αγωνία και η βάσανος, συνηγορούν στο να «παραχθεί» η νέα συνείδηση. Κι αν τελικά ένα τέτοιο Αντιφασιστικό και Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ είναι ικανό για να οδηγήσει το ημιλιπόθυμο πλήθος σε μία καινούρια αφύπνιση.

Εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, φρονώ ότι άλλη μία κοπιώδη προσπάθεια έλαβε τέλος υπό μορφή… σεμνής τελετής. Να φταίει ο «τύπος του καθήκοντος»;