Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

ΠΕΡΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΣΥΝΕΧΕΙΑ...



Εντάξει, μπορεί να μη μου «πέφτει λόγος» στα όσα (με… καβαλιώτικο πάθος) απευθύνει ο Κώστας Παπακοσμάς στον κάτοικο Βρυξελών Πασχάλη Πασχαλίδη, άλλα η επιστολή-πρόσκληση του πρώην Αντιπεριφερειάρχη, μοιάζει να αφορά περισσότερους των… εμπλεκομένων, καθώς ανοίγει καινούρια «μέτωπα αντιπαραθέσεων». Υπ’ αυτήν την έννοια, μοιραία και η «εμπλοκή» μου σε αυτά.

Για ευνόητους λόγους, παρακάμπτω το πρώτο μέρος της επιστολής του κυρίου Παπακοσμά, καθώς αδυνατώ να συγχρονιστώ με σιελογόνους επαίνους και δημόσιες κολακείες. Ειδικά όταν οι τελευταίες συνάδουν και με το «αυτονόητον». Ως εκ τούτου, προστρέχω στα τρέχοντα και τα ουσιώδη, το περιεχόμενο των οποίων εγείρει πλείστες όσες ιστορικοπολιτικές ενστάσεις. Με τη σειρά λοιπόν και με τα λόγια του ίδιου του κυρίου Παπακοσμά. Γράφει: ο επιστολογράφος σας (εννοεί τον Πασχάλη Πασχαλίδη), κάνει ιδιαίτερη αναφορά σε ταφικό μνημείο που υπήρχε μέχρι και προ δεκαετιών στην πλατεία Ελευθερίας, αγνοεί όμως τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής (δεκαετία του 1960) που υπαγόρευσαν την απομάκρυνση του από εκεί. Θα περίμενα όμως και δύο λόγια για τους χιλιάδες βεβηλωμένους και κατεστραμμένους τάφους των ΠΡΟΓΟΝΩΝ μας στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής…

Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά το σύμπτωμα είναι σύνηθες: μόλις τα επιχειρήματα αδυνατίζουν σε πειθώ και τεκμηρίωση, αρχίζει η τακτική των συγκρίσεων. Ανόμοιων μεν, ικανών όμως να δημιουργήσουν εντυπώσεις και να οδηγήσουν τη συζήτηση έξω από το αρχικό της πλαίσιο. Κάπως έτσι και ο κύριος Παπακοσμάς «θολώνει» την αναφορά για το ταφικό Μνημείο της Πλατείας Ελευθερίας (πρώην Φουάτ), μεταφέροντας το ιστορικό ενδιαφέρον στις… αλησμόνητες πατρίδες και στις εκεί (τραγικές) αντιστοιχίες. «Μικραίνοντας» με αυτόν τον τρόπο το αισθητικό και πολιτισμικό έγκλημα της Δικτατορίας και των εδώ συνεργατών της και παρέχοντας κάλυψη και «νομιμοποίηση» στα αντίποινα του καθ’ ημάς εθνικισμού. Αξιοσημείωτο είναι επίσης και το γεγονός ότι ο κύριος Παπακοσμάς αποφεύγει οποιαδήποτε νύξη στην περίοδο της χούντας, μιλώντας γενικά και αόριστα για… συνθήκες και ανάγκες της εποχής! Έτσι, στο χαλαρό και το άνετο! Και σφυρίζοντας… κλέφτικα!

Στην επόμενη παράγραφο, ο (και… ερασιτέχνης ιστορικός) κύριος Παπακοσμάς προσπαθεί να μας πείσει ότι δε χρειάζεται ξεχωριστό Μνημείο για τους 1.484 Εβραίους Καβαλιώτες, αφού οι πρόγονοι μας τόσο το 1946 όσο και το 1952 ανέγειραν μνημεία για την θυσία ΟΛΩΝ των συμπολιτών μας στην διάρκεια της κατοχής. Το μεν πρώτο, στην περιοχή Περιγιαλίου (όπου και η τότε Ισραηλιτική κοινότητα συμμετείχε και κατέθεσε στεφάνι) το δε δεύτερο μέσα στα δημοτικά κοιμητήρια , στον ταφικό ιερό χώρο των Εβραίων συμπολιτών μας…

Λησμονεί κάτι όμως: αυτό το όλων των συμπολιτών μας, παραμένει επιλεκτικά «εθνικό» και αρκετά «ελαστικό» ως προς την ιστορική του ακρίβεια (μην πω και «εντιμότητα»). Εξ άλλου, αν δεν υπήρχαν οι εγνωσμένης αξίας ιστορικοί της πόλης –προεξάρχοντος του κυρίου Λυκουρίνου– η εξόντωση των Εβραίων Καβαλιωτών θα «αναπαύονταν» στη μετεμφυλιακή λήθη. Άντε, το πολύ-πολύ, και σε κανένα νεκροταφείο… Και μέχρις εκεί.

Επίλογος; Τα όσα περί Μνημείων υποστηρίζει ο κύριος Παπακοσμάς. Λέει:  Έχει τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπουν οι Νόμοι της Ελληνικής Δημοκρατίας για την τοποθέτηση ενός μνημείου σε δημόσιο χώρο; Ο κ. Πασχαλίδης είναι Νομικός, θα έχει ενδιαφέρον να μάθουμε πώς στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τοποθετούνται τα μνημεία που πληρώνουν οι ιδιώτες;

Όντως θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να μάθουμε πώς χειρίζονται οι άλλες (τις λες και προηγμένες) χώρες το ζήτημα του δημόσιου χώρου και με ποιες διαδικασίες εντάσσουν μέσα σε αυτόν τα δικά τους Μνημεία. Κρατικά ή «ιδιωτικά». Μέχρι τότε όμως, γιατί δε μας λέει ο κύριος Παπακοσμάς πώς (διαχρονικά) χειρίζονται οι κυβερνήσεις και η Τοπική Αυτοδιοίκηση (στους κόλπους της οποίας «ανδρώθηκε» πολιτικά) το θέμα αυτό; Και γιατί μέχρι τώρα δεν εξέφρασε παρόμοια με την τωρινή του αντίδραση; Για παράδειγμα: πώς «στήθηκε» εκείνη η κακόγουστη προτομή του Κολοκοτρώνη στο παρκάκι της Στρατιωτικής Λέσχης; Ποιοι και πώς επέλεξαν εκείνη την «καλλιτεχνία» του Πόντιου Άκριτα; Πού «ταξίδευαν» τότε οι ευαισθησίες του κυρίου Παπακοσμά; Και πού καταχωνιάστηκε ο ζήλος του για τη νομιμότητα των πραγμάτων;

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ



Εδώ και μέρες, στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, «κυκλοφορεί» αυτή η φωτογραφία, το περιεχόμενο της οποίας δίνει «τροφή» για να αναπτυχθεί ένα καινούριο είδος ρατσισμού. Αυτό του... τουριστικού! Για του λόγου το αληθές, αντιγράφω το σχόλιο που συνοδεύει την κοινοποίησή της: "Κλεμμένη" από συνάδελφο φωτογραφία παραλίας της Κω... Περαστικά στις τουρίστριες των νησιών του ανατολικού Αιγαίου!!!! Η έκφραση των μεταναστών έκδηλα αντανακλά, αφενός, την ανδρική φύση και, αφετέρου, το πολιτισμικό χάσμα μεταξύ των συνηθισμένων στην μπούρκα κτλ. και των ανέμελων τουριστριών... Μόνο κανένα σκηνικό τύπου Πάρου μην γίνει...

Προφανώς, ο «κομιστής» και συντάκτης του σχολίου μοιάζει να είναι πολύ «φρέσκος» στο facebook, γεγονός που δεν του επιτρέπει να γνωρίζει, ότι η εν λόγω φωτογραφία «παίζει» εδώ και πέντε χρόνια στο διαδίκτυο, με... εναλλασσόμενο γεωγραφικό ρεπερτόριο! Πέρυσι ήταν η παραλία της Ρόδου, πρόπερσι της Αίγινας, το ’12 την τιμητική της είχε η Σάμος και πάει λέγοντας. Αυτό όμως που παραμένει ως σταθερό και αναλλοίωτο μήνυμα (εξαιρουμένων των «αντανακλάσεων της αντρικής φύσης»), είναι ο φόβος του χρώματος! Ο φόβος για κάθε τι διαφορετικό. Για οτιδήποτε δεν μας μοιάζει. Ένας φόβος «επενδυμένος» και με απεχθείς πράξεις, ίνα τονιστούν τα βάρβαρα και αιμοβόρα ένστικτα των... αλλοθρήσκων.

Βέβαια, αν κανείς ανατρέξει στην τουριστική προϊστορία της χώρας, θα βρει αντίστοιχες εικόνες ελλήνων γιδοβοσκών να απολαμβάνουν (ενίοτε και με την χαρακτηριστική κίνηση του δεξιού χεριού) την ημίγυμνη θέα των πρώτων εκ Σουηδίας τουριστριών. Για να μη πω για τις αθρόες συναθροίσεις των ξαναμμένων χωρικών επί των  λόφων που περιστοίχιζαν τις παραλίες των γυμνιστών. Εκεί να βλέπατε την οργιώδη βλάστηση της ημετέρας... φύσης!

Όμως τότε δεν υπήρχαν τάμπλετ και κινητά για να αποθανατιστεί η σεξουαλική πείνα (ενίοτε και η τραγίλα) των «αδελφών χριστιανών», ούτε φυσικά και κοινωνικά δίκτυα για να μεταδώσουν σε «παγκόσμια πρώτη» την αντάρα και το ξεσηκωμό της. Ε, ήρθε μετά και εκείνο με τον Βόγλη που κυνηγούσε την Αν Λόμπεργκ για να της δώσει μια χούφτα... μύγδαλα, και γίναμε όλοι του... πολιτισμού.

Και κάπως έτσι, οι τσοπαναραίοι «καθαρόαιμοι

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

3 ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΙΔΗΣΗ




Υπόθεση εργασίας κάνω: πείτε ότι Πρόεδρος της Βουλής ήταν ο Πετσάλνικος (ξεχνιούνται τέτοια... αναστήματα) ή ο Μεϊμαράκης και με το που έπεφτε στην αντίληψή τους ότι ο επικεφαλής των δυνάμεων των ΜΑΤ που συναθροίζονται πέριξ της Βουλής απαγορεύει τη διέλευση των διαδηλωτών και την πορεία τους προς το Μέγαρο  Μαξίμου, αντιδρούσαν με τον τρόπο που αντέδρασε η Ζωή Κωνσταντοπούλου. Σκέφτεστε πως θα «μετέφραζαν» το γεγονός τα δελτία ειδήσεων των μεγάλων καναλιών; Για να βοηθήσω, παραθέτω την δικιά μου εκδοχή...

Όλγα Τρέμη: μάθημα δημοκρατίας και δείγμα των σοσιαλιστικών αρχών που διέπουν το Κίνημα και την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, παρέδωσε ο Πρόεδρος της Βουλής κύριος Πετσάλνικος, υπενθυμίζοντας (με την καλλιέργεια και την ευγένεια που τον διακρίνει) στον ταξίαρχο της Ελληνικής Αστυνομίας, ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα, οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα να διαδηλώνουν ελεύθερα και ανεμπόδιστα τα αιτήματά τους. Ο ταξίαρχος, αντιλαμβανόμενος το δίκαιον της προεδρικής παρέμβασης, έδωσε εντολή στους άντρες των ΜΑΤ να αποχωρήσουν από το οδόστρωμα και να πάνε στον Άδωνι για καφέ...

Σία Κοσιώνη: υπερασπιζόμενος το φιλελεύθερο φρόνημα της Νέας Δημοκρατίας, ο κύριος Μεϊμαράκης προέτρεψε (με τον γνώριμο αρρενωπό του τρόπο), τον ταξίαρχο που διευθύ
νει τις επιχειρήσεις των αστυνομικών μονάδων στο κέντρο της Αθήνας, να μη προβεί σε καμία απαγόρευση των εργατικών κινητοποιήσεων, καθότι μία τέτοια απόπειρα, θα ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τα δημοκρατικά και ευρωπαϊκά ιδεώδη που εμφύτευσε στην ελληνική κοινωνία ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Στο άκουσμα του ονόματος του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας, ο ταξίαρχος των δύο πτυχίων και των τριών μεταπτυχιακών, ζήτησε από τους άντρες των ΜΑΤ να «κτυπήσουν προσοχή», να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή, και αμέσως μετά να επισκεφτούν τα Public για να αγοράσουν το Φωτιά και Τσεκούρι του αειμνήστου Αβέρωφ...

Μαρία Χούχλη: τον θαυμασμό των εκατοντάδων τουριστών που βρισκόταν εκείνη τη στιγμή έξω από τη Βουλή, προκάλεσε η πρωτοβουλία του Προέδρου της Βουλής, να αποτρέψει οποιαδήποτε ενέργεια της Αστυνομίας που θα ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση με αυτά που οι νόμοι, το Σύνταγμα και ο κανονισμός της Βουλής επιτάσσουν. Η συζήτηση με τον ταξίαρχο ανέδειξε σε υπέρτατο βαθμό τον πολιτικό πολιτισμό της χώρας, πράγμα που ώθησε τους τουρίστες (οι οποίοι πολλαπλασιάζονταν συνεχώς ενόσω κρατούσαν οι διαπραγματεύσεις), να ξεσπάσουν σε χειροκροτήματα και να «κτυπάνε» σέλφι έχοντας στο πλάι τους τον χαμογελαστό Πρόεδρο...

Απλά και χαριτωμένα πράγματα δηλαδή. Και προπάντων αντικειμενικά!

Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

ΓΙΑ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΑΠ' ΤΑ ΠΑΛΙΑ...



Τα Λησμονημένα. Νά ποιος θα μπορούσε να είναι ο τίτλος για όλα εκείνα που κάποτε αγοράσαμε με πάθος, με ορμή, με ζέση και με μεράκι κι έπειτα, έτσι, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο, χωρίς καμιά αιτία σοβαρή, τα αφήσαμε ανέγγιχτα και μόνα, επάνω σε σκονισμένα ράφια και σε σκοτεινά συρτάρια. Βιβλία που δε διαβάσαμε, δίσκους που δεν ακούσαμε, ταινίες που δεν είδαμε…

Αυτά όμως, καρτερικά και ήσυχα, σαν κάτι παραπάνω να ξέρουν για την αξία τους, κάθονται και περιμένουν υπομονετικά την ώρα τους. Τη μέρα εκείνη που κάποιο χέρι θα τα αγγίξει ξανά όπως και τότε. Που θα τα πιάσει και πάλι με την ίδια στοργή κι αγάπη. Με το ίδιο πάθος και την ίδια φροντίδα. Που θα βάλει τέλος σε όλες τις ματαιώσεις και θα τους δώσει επιτέλους την προσοχή και την εκτίμηση που τόσα χρόνια στερήθηκαν. Και μια καινούρια εμπιστοσύνη στις ιστορίες τους, τις μουσικές τους, τις εικόνες τους.

Αυτό, πάνω-κάτω, συνέβη και με την Καγκελόπορτα του Αντρέα Φραγκιά. Η παλιά συνήθεια να σημειώνω στα οπισθόφυλλα των βιβλίων την ημερομηνία της αγοράς τους, με βοηθάει σήμερα να βρω το χρόνο της απόστασης. Γενάρης του ’81. Έχοντας ήδη μεσολαβήσει η ανάγνωση του Λοιμού, η ένατη έκδοση της Καγκελόπορτας από τον θαυματουργό (τότε) Κέδρο, δε μου αφήνει κανένα περιθώριο δισταγμού για την απόκτησή του. Πόσο μάλλον όταν οι συστάσεις από τους παλιούς αναγνώστες (το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε το 1962) που «κατοικούσαν» στο βιβλιοπωλείο του Θανάση Κοσκινιώτη, ήταν κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικές.

Παρ’ όλα αυτά, η «τύχη» του βιβλίου ήταν να βρεθεί σε εκείνη την ξεχωριστή (μα και τόσο γλυκιά) «λίστα της αναμονής», η οποία, για κάποιον περίεργο λόγο, αυξάνονταν και διευρύνονταν συνεχώς. Και με τα χρόνια, «στριμώχνονταν» όλο και πιο πολύ στις πάνω γωνίες της βιβλιοθήκης. Μέχρι που ξεχάστηκε εντελώς…

Πριν δέκα μέρες ξαναβρήκα την Καγκελόπορτα του Αντρέα Φραγκιά ανάμεσα σε μία μισοδιαβασμένη συλλογή ποιημάτων του Νικηφόρου Βρεττάκου, τα Ψηλά Βουνά του Παπαντωνίου, το Προς Εκκλησιασμό του Πεντζίκη και την Περίπολο Ζ του Γιάννη Σκαρίμπα. Ανέγγιχτο και με τη σκόνη μόνο να του κάνει συντροφιά από τότε. Τη φύσηξα να φύγει. Κάπου άλλου θα πάει να καθίσει, είπα, και τίναξα από το θαυμαστό του εξώφυλλο και τα τελευταία απομεινάρια της λησμονιάς. Ήγγικεν η στιγμή της ανάγνωσης…

Η Καγκελόπορτα (κάτι σαν μία πολιτική μετα-ηθογραφία) «συγγενεύει» ιδανικά με τον ανεπανάληπτο θεματικό κύκλο της «ελληνικής αυλής», έτσι όπως αυτός αποτυπώθηκε στο 10 του Καραγάτση και την Αυλή των θαυμάτων του Καμπανέλη. Μέσα σε αυτόν τον περιορισμένο «αστικό χώρο», οι ήρωες του Φραγκιά βιώνουν τις μετεμφυλιακές εντάσεις, βρισκόμενοι σε μία συνεχή σύγκρουση με την ταραγμένη τους συνείδηση και μεριμνώντας να τελειώσουν με τον δικό τους πόλεμο. Είτε αυτός αφορά στους «συμβιβασμούς» και τις «υποχωρήσεις» ενός κυνηγημένου κομμουνιστή αντάρτη, καταδικασμένου ερήμην δις σε θάνατο, είτε τη «συνειδησιακή χαλάρωση» ενός πρώην αντιστασιακού που προσπαθεί να επιβιώσει «αλλιώς» μέσα στις καινούριες οικονομικές συνθήκες. Άνθρωποι «κρεμασμένοι» από έναν πελώριο «εθνικό ιστό» που κυνηγούν τις χίμαιρες μιας νέας εποχής. Που γίνονται οι «μεταπράτες» ενός άλλου κοινωνικού ήθους. Μιας άλλης πατρίδας που αρχίζει δειλά-δειλά να «κυκλοφορεί» στους φωτεινούς και πολυσύχναστους δρόμους. Έξω από τα «σύνορα» της αυλής. Και έξω από τους κανόνες του «αρχέγονου κύκλου».

Οι αφηγηματικοί κώδικες του ολιγόγραφου Φραγκιά «προχωρούν» παράλληλα με εκείνους του Άρη Αλεξάνδρου και του Δημήτρη Χατζή. Ο γήινος και «ορθόδοξος» ρεαλισμός της Καγκελόπορτας βρίσκεται σε συνεχή «διάλογο» με το Τέλος της μικρής μας πόλης, τους Ανυπεράσπιστους και το Διπλό Βιβλίο. Η υπερβατική αλληγορία του Λοιμού και του Πλήθους «μετακινείται» εμπνευσμένα στα συμβολικά σχήματα του Κιβωτίου, «ασπαζόμενη» εμμέσως και την ευφυή δήλωση του Αλεξάνδρου: εγώ ανήκω στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών…

Η ανάγνωση της «ξεχασμένης» Καγκελόπορτας στην «ανατολή» μιας «καινούριας φτώχειας», επικαιροποιεί όσο ποτέ άλλοτε αυτήν την ιδέα! Και την ανάγκη μιας νέας αφύπνισης. Πρωτίστως πνευματικής. Μπας και ξαναβρούμε την αρχή μας.

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

ΠΕΡΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΤΙΝΩΝ




Αναμφίβολα, η άποψη του Γραφείου Ορθοδόξου Μαρτυρίας της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου για το Μνημείο του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος, κομίζει καινούρια και ενδιαφέροντα στοιχεία στον δημόσιο διάλογο των τελευταίων ημερών. Θα προσέθετα δε και πρωτόγνωρα, αν συνυπολογίσω την «εκφραστική δυναμική» με την οποία αντιπαρατίθεται στις ηχηρές ιδεολογικές και πολιτικές αντιδράσεις της μίας πλευράς. Ήγουν, αυτής των υποστηρικτών της ανέγερσης. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, είναι «εξόφθαλμα φανερή» η ταύτιση της Ιεράς Μητροπόλεως με τις «άλλες φωνές». Τόσο που να δίνει ακόμη και θεολογικό άλλοθι στα «αντισημιτικά ορμέμφυτα» των διάφορων… καθαρόαιμων!

Πέραν του «πολιτικού στίγματος», η ανακοίνωση εμπεριέχει και μερικές «λεπτομέρειες», που την καθιστούν εξόχως… εικονομαχική! Και εξηγώ: το Άστρο του Δαυίδ –που τεχνηέντως «ανακατεύεται» με μασονικά σύμβολα– δεν είναι απλά ένα «θρησκευτικό έμβλημα». Η «εικαστική του αποτύπωση» έχει ξεπεράσει προ πολλού τα «λατρευτικά του όρια» και έχει αποκτήσει σημαίνοντα συμβολικό ρόλο στην Παγκόσμια Ιστορία, καθώς τραγικά συνδεδεμένο με τον χαμό εκατομμυρίων Εβραίων. Ως εκ τούτου, η ένταξή του στη «δημόσια ευρυχωρία», δεν κάνει τίποτε άλλο από το να «σηματοδοτεί» τον μεγάλο αγώνα ενάντια στη λήθη. Ενάντια στο ναζισμό. Ενάντια στα ιδεολογικά κρεματόρια. Κάθε άλλη «ερμηνεία» ή «προσέγγιση», κάθε προσπάθεια εξάλειψης των εβραϊκών συμβόλων, «στήνει» ένα δεύτερο ολοκαύτωμα!

Στα επίδικα της ανακοίνωσης και η άποψη ότι το μνημείο σχετίζεται με αποτρόπαια και καταδικαστέα γεγονότα που δεν συνέβησαν στον τόπο μας… Αβίαστο συμπέρασμα; Τι δουλειά έχει εδώ ένα μνημείο που η ιστορική του αναφορά ανάγεται σε ένα στρατόπεδο της Πολωνίας! Θα συμφωνούσα απολύτως, αν η «γεωγραφική διάσταση» του πράγματος συμπεριελάμβανε (επί παραδείγματι) και τους έλληνες στρατιώτες του Αλβανικού μετώπου! Κι αυτοί σε ξένους τόπους άφησαν τη ζωή τους. Σε ξένα χώματα θάφτηκαν. Εκτός κι αν η τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτιμά ότι οι 1.484 Εβραίοι που θανατώθηκαν στην Τρεμπλίνκα, δεν ήταν Καβαλιώτες! Σε μία τέτοια περίπτωση, αυτό που επείγει είναι να ξαναγραφεί από την αρχή η Τοπική μας Ιστορία. Με τη συμμετοχή και των «ειδικών» της Μητροπόλεως!

Με τις ανάλογες προϋποθέσεις, θα συμφωνούσα και με ένα άλλο σημείο της ανακοίνωσης. Αυτό που επισημαίνει ότι η μνήμη των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας διατηρείται ζωντανή και χωρίς αναθηματικές στήλες σε κεντρικούς δημόσιους χώρους… Ποιες είναι αυτές οι προϋποθέσεις; Αν όλοι εμείς οι χριστιανοί, αντί να χτίζουμε ναούς και παρεκκλήσια για να δοξάζουμε και να τιμούμε τους χιλιάδες μάρτυρες της Εκκλησίας μας, επιλέγαμε την «οδό της μνήμης» για να διατηρήσουμε άσβεστη τη θυσία και το παράδειγμά τους. Πρωτότυπο δεν το λες, αλλά σίγουρα… ρηξικέλευθο! 

Τέλος, επειδή στη ανακοίνωση χρησιμοποιείται και το (ευρέως διαδεδομένο) επιχείρημα ότι προέχει η τιμή στους Πόντιους, τους Μικρασιάτες, τους Θράκες και τους Αρμένιους –άσχετα αν εδώ «πάνε περίπατο» τα περί «γεωγραφίας» και «αναθηματικών στηλών»– δύο μόνον επισημάνσεις: πρώτον, ότι η Μνήμη δεν είναι «φυλετικά διαπραγματεύσιμη» και δεύτερον, οι αρχές, οι σύλλογοι και ο λαός της πόλης έχουν τιμήσει με εκατοντάδες τρόπους τους «αδελφούς» μας Πόντιους, Μικρασιάτες, Θράκες και Αρμένιους. Τους κάποτε «ξενομερίτες» και τις κάποτε «παστρικές», για να μην ξεχνιόμαστε…