Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ ΩΡΑΙΟΙ ΤΩΝ ΟΡΕΩΝ



Με αφορμή ένα βιβλίο που ακόμη δε διάβασα (ο λόγος για το Μοιρολόι ενός Αντάρτη της Γεωργίας Χιόνη), ξαναγυρίζω πίσω στο 1986 για να βρω τα «ιστορικά πατήματα» από το Δεύτερο Αντάρτικο στη Θάσο, έτσι όπως το κατέγραψε «διά ζώσης» ο Νίκος Μανωλίτσος στο αυτοβιογραφικό του αφήγημα Δοκιμασία.

Στην «οικογενειακή μνήμη», ο Νίκος Μανωλίτσος «κατοικούσε» πάντα μέσα σε έναν ξεχωριστό «μύθο τοπικών ηρώων». Η φήμη του στο σπίτι ξεπερνούσε τα όρια της ιστορίας καθώς αδούλωτος μπαινόβγαινε στις καρδιές και τις ψυχές μας. Ήταν ο «κοντινός» μας θρύλος. Ο «Άρης» των δικών μας βουνών. Ο ανίκητος του Ψαριού!

Με αυτούς τους απόηχους τον γνώρισα. Είχε γυρίσει στην πατρίδα και το νησί του μετά από 33 χρόνια! Πολιτικός εξόριστος στη Βουλγαρία από τα 23 του και τώρα, μπροστά μου, στα 56 του. Χαιρετούσε τους παλιούς του φίλους. Αγκάλιαζε τους συντρόφους του. Μιλούσε με τη συγκίνηση που μαρτυρούν μόνο τα υγρά μάτια. Τα τρεμάμενα λόγια. Η πίστη που δε χαλαρώθηκε

Σήμερα, ξαναδιαβάζοντας μετά από χρόνια τις συγκλονιστικές του μαρτυρίες, αισθάνθηκα να με ζώνει ένα περίεργο «σφίξιμο» από παντού. Ήταν σα να έμπαινα σε ένα σκοτεινό αδιέξοδο που δεν οδηγούσε πουθενά. Σε ένα σκληρό οδοιπορικό μέσα στη ματαιότητα. Λέξη τη λέξη, αράδα την αράδα, κεφάλαιο το κεφάλαιο, κυκλωτικό θαρρείς, ξεπηδούσε ένα τεράστιο και αναπάντητο «γιατί». Από την παράδοση των ΕΑΜίτικων όπλων μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας στην Αμφίπολη των Σερρών μέχρι το άδοξο τέλος και το οδυνηρό πέρασμα στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Μπορεί η «ατμόσφαιρα» του βιβλίου να κυριαρχείται από τις συγκινησιακές φορτίσεις που παράγουν οι «ανασκαφές» της μνήμης (και πώς αλλιώς, δηλαδή), αλλά στις «λεπτομέρειές» του, στις «παράλληλες» αναγνώσεις του, εκείνο που «οργώνει» το συναίσθημα είναι αυτό το «ταξίδι προς την αβεβαιότητα». Προς ένα όραμα που χάνεται συνεχώς πίσω από κάθε δρασκελιά στα απάτητα βουνά των Κοινήρων και της Αστρίδας. Που σβήνει μέσα στα παγωμένα λημέρια του Τσαλ Νταγ. Στα σκοτεινά νερά τού Μπάμπουρα και της Γραμπούσας…

Παλικαράκια ήταν. Βγήκαν στο βουνό στα 18 και στα 19 τους με μόνο όπλο την ορμή και το σθένος από την «ατίθαση νιότη» τους. Κουβαλώντας στους αδύνατους ώμους τους όλη την παράδοση της κλεφτουριάς και ζυγιάζοντας την ζωή τους ανάμεσα στο θάνατο και τη λευτεριά. Ανδρώθηκαν στον πιο ιερό πόλεμο. Νίκησαν φασίστες και κατακτητές και ‘κει που όλα έμοιαζαν να «στρώνου» και να ειρηνεύουν, μπολιάζει το «άλλο κακό». Η «μέσα μας αιματοχυσία».

Κατά βάθος, η αφήγηση του Νίκου Μανωλίτσου δεν είναι «ηρωική». Μία «θηλιά» είναι που, όσο περνάει ο χρόνος, σφίγγει ολοένα και πιο πολύ. Είναι τα καμένα δάση, οι τσακισμένες συνειδήσεις, οι ανέλπιστες προδοσίες, τα νεκρά σώματα μιας γενιάς που δεν πρόλαβε να φουντώσει. Και το μόνο που μένει, είναι πάλι εκείνος ο «μύθος» από τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους… Κώστας Ζαραγκούλιας, Βασίλης Βλαχίδης, Νίκος Μανωλίτσος, Δημήτρης Μανωλίτσος, Γιαξής Μαλιάγκος, Γιώργης Μανωλίτσος.

Το βιβλίο του Νίκου Μανωλίτσου, κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 1986 από τις υπέρ- πολύτιμες εκδόσεις της Εκδοτικής Ομάδας των άοκνων Σωτήρη Γερακούδη και Χριστίνας Νικολαΐδου.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου