Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ...



Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα που καταγράφονται στον προεκλογικό χάρτη του δήμου Καβάλας και με τον πίνακα των υποψηφίων να «κλείνει» (οριστικά;) με τις «έξι συν μία» ανακοινώσεις (όπου «μία» η αναμενόμενη του ΚΚΕ), είναι νομίζω μία καλή  ευκαιρία για να καταγραφούν οι πρώτες εκτιμήσεις των όσων (σοβαρών ή αστείων) έχουν προκύψει μέχρι σήμερα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Το κυρίαρχο και σημαντικό στοιχείο που «φέρνουν» αυτές οι εκλογές, είναι η ολοκληρωτική εξαφάνιση του άλλοτε κραταιού και παντοδύναμου ΠΑΣΟΚ. Με εικοσιτέσσερα χρόνια εξουσίας στην «πλάτη» της Τοπικής μας Αυτοδιοίκησης μάς «αποχαιρετά» με την… ουρά στα σκέλια. Γι’ αυτό και η προσπάθεια των μέχρι χθες «βαμμένων πασόκων» να αποκτήσουν φυσιογνωμία… ανεξάρτητου, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να χαρίζει άφθονο γέλιο και υψηλές επιδόσεις σε ειρωνικούς σχολιασμούς.

Από την άλλη πλευρά, η Νέα Δημοκρατία βιώνει τον «κομματικό της διχασμό» και τη διαχρονική της αδυναμία να υπερβεί τις «πλαγιοκοπίσεις» των φιλόδοξων (ή και… μωρό-φιλόδοξων) στελεχών της, με αποτέλεσμα να «σέρνεται» πίσω από τις δικές τους πρωτοβουλίες. Κατά τεκμήριο, διόλου… άδολες.

Εν μέσω αυτών, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να κεφαλαιοποιήσει τη δημοσκοπική του υπεροχή με τη λογική του «ώριμου φρούτου». Μπορεί η Συμπαράταξη Πολιτών να υπήρξε η πιο «ζωηρή» αντιπολίτευση και η πιο «λειτουργική» δημοτική ομάδα, ωστόσο αυτό από μόνο του μοιάζει να μην είναι αρκετό για να τη θέσει αυτομάτως και στο επίκεντρο των εξελίξεων. Ή και του… ενδιαφέροντος.

Επί προσώπων;

Ο Κωστής Σιμιτσής –χωρίς πια την «κομματική ομπρέλα» του ΠΑΣΟΚ– καλείται να ανταπεξέλθει στον «εκλογικό του μονόδρομο» (που δεν είναι άλλος από την επανεκλογή του) με τα μόνα εφόδια που του έχουν απομείνει: το προσωπικό του κύρος και το έργο της οκταετίας. Κι αν για το πρώτο θα μπορούσαν πολλοί να… ομονοήσουν, για το δεύτερο δύσκολα κάποιος θα ρίσκαρε την εμπιστοσύνη του.  Υπέρ: η αναγνωρισιμότητα, το επικοινωνιακό του χάρισμα, ο μηχανισμός της οκταετίας, η αστική του καταγωγή, οι κοινωνικο(θρησκευτικές) του διασυνδέσεις. Κατά: η απουσία έργων ουσίας (εμβληματικών και μη), η «χαλαρότητα» (έως… παραδόσεως) στις κυβερνητικές επιλογές, το έλλειμμα ποιοτικών στελεχών, η φυσιολογική (ενίοτε και ανεπανόρθωτη) φθορά των οκτώ χρόνων διοίκησης.

Ο Άρης Βέρρος «βάζει πλώρη» για τη μεγάλη ανατροπή, με αφετηρία όχι το 7% των περασμένων δημοτικών εκλογών, αλλά τον «εκλογικό βατήρα» του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό –και για όσους ξέρουν από εκλογές– δεν είναι απαραίτητα και θετικό, αφού ο κίνδυνος να παγιδευτείς σε «εφησυχαστικές πλάνες» ελλοχεύει από παντού. Συν την ψυχολογική πίεση που δημιουργούν οι προσδοκίες για κάτι που προέκυψε… ξαφνικά. Ο ίδιος, ενδόμυχα ίσως, φαίνεται να μη νοιώθει «σιγουριά» στο «κομματικό μαξιλάρι» και προσπαθεί να κρατήσει το ρόλο και τη λειτουργία της παράταξής του στα αμιγώς αυτοδιοικητικά της όρια. Σοφό, έτσι κι αλλιώς. Υπέρ: η μακροχρόνια θητεία του στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η συνεχής δραστηριότητά του εντός και εκτός Δημοτικού Συμβουλίου, η συμπαγής «ομάδα υποστήριξης» και η ποιότητα των συνεργατών του. Κατά: το έλλειμμα δημοσιότητας, η αδυναμία «επαφής» με τις «αστικές παραδόσεις» της πόλης, μία τάση «επανάληψης» και «φλυαρίας».

Ο Βαγγέλης Παππάς ενεφανίσθη ως «έτοιμος από καιρό», γι’ αυτό και τόσο οργανωμένος. Με «ασπίδα» τους «ταλιμπανικού τύπου» εργαζόμενους των πετρελαίων και με τη μεγάλη «εμπειρία του αρχηγού» να του δίνει μπόνους μεθοδικότητας, αυτήν τη στιγμή κατορθώνει να «κάνει παιχνίδι» αξιώσεων και… εντυπώσεων. Υπέρ: το πάθος και η φιλοδοξία του για την εξουσία, το δυναμικό (και εν γένει αποτελεσματικό) παρελθόν του, η πίστη (και η εφαρμογή) στο δόγμα «ενός ανδρός αρχή». Κατά: το πάθος και η φιλοδοξία του για την εξουσία ως αυτοκαταστροφική εξέλιξη, η μετριότητα των συνεργατών του, ένας υφέρπων λαϊκισμός, οι παλαιοκομματικές του τακτικές. Α, και κάτι κολλεγιές με τα… αστέρια του ΛΑΟΣ και των (μπρρρρ) «Πατριωτών».

Η Δήμητρα Τσανάκα μπορεί να μην είναι το «πολιτικό όν» που θα αλλάξει το ρου της τοπικής μας Ιστορίας, αλλά είναι μακράν το «αυθεντικότερο είδος» λαϊκότητας. Της φτάνει; Η ίδια μπορεί να το «διασκεδάζει», προτάσσοντάς το ως το «μέγα προσόν», αλλά αυτό ουδόλως της εξασφαλίζει την απαιτούμενη σοβαρότητα (και εγκυρότητα) που απαιτεί ο ρόλος της. Υπέρ: είναι «παλιά», είναι γιατρός, είναι αγαπητή, είναι και «ψυχούλα». Κατά: η αδυναμία να μετουσιώσει τα «ανθρώπινα» σε πολιτική, η (αναγκαστική;) στήριξη στο έμψυχο (άλλα τόσο φθαρμένο) δυναμικό της Νέας Δημοκρατίας, η «σκόνη» των προηγούμενων συνεργασιών και συμπορεύσεων, η απώλεια του πλεονεκτήματος της «ανεξάρτητης».

Ο Μάκης Παπαδόπουλος, παρότι έμπειρος… ποδοσφαιρικά, το «έκαψε στο ζέσταμα». Αλλά το ερώτημα παραμένει (και είναι αμείλικτο): το «είχε» και ποτέ; Απ’ ότι υποψιάζομαι, όχι! Απ’ ότι συμπεραίνω από τις μέχρι τώρα κινήσεις του, τολμώ να πω ότι δεν πρόκειται να το αποκτήσει ποτέ! Υπέρ: σκέφτομαι αλλά… δεν. Κατά: ξέρω αλλά… κρατιέμαι.

Ο Σταύρος Δεληγιάννης –αν και εφ’ όσον «κρατήσει» μέχρι το τέλος– θα είναι κάτι το πολύ… σουξεδιάρικο. Κι αν το εγχείρημά του το «στηρίξει» στους ραδιοφωνικούς του συνεργάτες, τότε τύφλα να ‘χει το… Μάπετ Σόου! Θα ζήσουμε μεγάλες στιγμές. Υπέρ: έχει δικά του Μέσα Ενημέρωσης, ποντάρει στο λαϊκισμό, κρυφοκοιτάζει και στην «άστεγη» αυτοδιοικητικά ακροδεξιά (από «Πατριώτες» μέχρι Χρυσή Αυγή). Κατά: μα, τα είπα…

Το ΚΚΕ δεν είναι «όνομα», είναι «ιδέα» και, ως εκ τούτου, όποιον και να κατεβάσει, ένα τεσσαράκι θα το πάρει. Σκέφτεστε τίποτε καλύτερο στη μετά Λιόγκα εποχή; Υπέρ, Κατά, το κόμμα να’ ν’ καλά. Που είναι και «ένα»!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου