Τρίτη 27 Μαΐου 2014

ΣΙΜΙΤΣΗΣ VS ΤΣΑΝΑΚΑ



Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την… ανάποδη: γιατί άραγε έχασε ο Κωστής Σιμιτσής; Το πρώτο πράγμα που (αβίαστα) μου έρχεται στο μυαλό, είναι γιατί εξαντλήθηκε. Οι δύο τετραετίες (μείον κάτι) αποδείχθηκαν αρκούντως πολλές για τους ώμους του. Αν ήταν «προσγειωμένος», θα είχε θέσει από την αρχή χρονικό όριο θητείας την οκταετία και τώρα θα είχε αποχωρήσει με «ψηλά το κεφάλι». Δεν το έπραξε. Και το γεγονός ότι δεν το αντιλήφτηκε έγκαιρα, δείχνει και το μέγεθος της αυτογνωσίας του.

Ο δεύτερος λόγος είναι το τεράστιο έλλειμμα άρθρωσης σοβαρού πολιτικού (και, κατ’ επέκταση, αυτοδιοικητικού) λόγου. Έλλειμμα που διόγκωσε σε υπέρμετρο βαθμό η «κενού περιεχομένου» δημοτική του ομάδα. Συνέπεια τούτου; Το ακατάσχετο τσαλαβούτημα σε «ό,τι προέκυπτε», ο ανύπαρκτος σχεδιασμός που συχνά παρέπεμπε σε δραστηριότητες ερασιτεχνικού σωματείου, το θολό όραμα που κατά τεκμήριο εξαντλούνταν μέσα σε «σκηνοθετικά ευρήματα» και τεχνοκρατικές ημερίδες, η πυροτεχνικού τύπου αντιμετώπιση του δημόσιου χώρου, η «αίσθηση φιλανθρωπίας»  που συνόδευε το κοινωνικό του έργο.

Ο τρίτος –αλλά εξ ίσου σοβαρός– λόγος, η αχαρακτήριστη έπαρση και αλαζονεία που υπέδειξε τον τελευταίο χρόνο η επικοινωνιακή του ομάδα. Υφάκι, υπεροψία, ξερολιά και απαξίωση (στα όρια της ύβρης) των πολιτικών της αντιπάλων, συνέθεταν ένα «κλίμα εκνευρισμού» που, συνήθως, φανερώνει και σημάδια διοικητικής κόπωσης και απορρύθμισης. Δυστυχώς εδώ ο Σιμιτσής «έχασε» και το τελευταίο του πλεονέκτημα (κάποτε και προτέρημα): αυτό της πολιτικής του παιδείας και αγωγής.

Τέλος –και δεν είναι να το προσπερνάμε– μέρος από την ευθύνη της ήττας «χρεώνεται» και στην «κομματική του καταγωγή». Και μόνον η εικόνα με την «πρώτη θέση πίστα» των φθαρμένων στελεχών του ΠΑΣΟΚ στις προεκλογικές του συγκεντρώσεις και ομιλίες, αρκούσε για να του γυρίσεις οριστικά την πλάτη.

Γιατί νίκησε η Δήμητρα Τσανάκα; Εδώ ο ποιητής σηκώνει τα χέρια ψηλά και αναφωνεί: Άγνωστο! Αν όμως για την «οικονομία του κειμένου» θα πρέπει να βάλω τα πράγματα σε μία λογική σειρά και ερμηνεία (πράγμα διόλου εύκολο), θα έλεγα πως το κατόρθωμά της οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι δεν… μιλούσε. Η κυρία Τσανάκα –συνειδητά ή όχι, μικρή σημασία έχει– κατάφερε να μετατρέψει ένα έμφυτο μειονέκτημά της σε προτέρημα. Και στην περίπτωσή της, βρήκε απόλυτη δικαίωση το σοφόν περί… σιωπής και χρυσού! Άλλωστε, χίλιες φορές η «βουβαμάρα» από την όποια σαχλαμάρα και κοτσάνα κυκλοφορεί στου καθενός το… ακατοίκητο. Αφήστε που δεν πρόκειται να σε εκθέσει ποτέ!

Δεύτερος λόγος; Η κινητοποίηση του «κοινού» της. Η κυρία Τσανάκα απευθύνθηκε σε ένα κομματικό ακροατήριο που το γνώριζε πολύ καλά. Ήταν η εκλογική μάζα των 60 plus, την οποία (κατά πώς φάνηκε) την «έπαιζε» στα δάχτυλά της, μιας και εν δυνάμει «πελατεία» της! Κι αν συνυπολογίσουμε τα υψηλά ποσοστά υπερήλικων ψηφοφόρων –δείγμα και της αστικής μας γήρανσης– τότε το «παζλ της επιτυχίας» αρχίζει σιγά–σιγά να συμπληρώνεται.

Τρίτος (αλλά ουχί έσχατος) λόγος, δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τον ίδιο της το χαρακτήρα. Η κυρία Τσανάκα «πούλησε» αυτό που πραγματικά είναι. Χωρίς στολίδια, χωρίς υπερβολές, χωρίς δηθενιές. Έκανε στυλ την πηγαία αυθεντικότητά της. Γι’ αυτό και δεν «κώλωσε» να «επιδείξει» ελεύθερα και ανοιχτά όλα της τα προσόντα. Ευάλωτα και μη. Είτε προβάλλοντάς τα μέσα από τα είδη της στιλιστικής της παρόρμησης (ή άλλως πώς) είτε μετατρέποντας τη λαϊκή οικειότητα σε μία αγαπητική σεκάνς… προσωπικής νοσοκόμας!

Κέρδισε όμως και για έναν άλλο, πολύ σημαντικό λόγο: γιατί η πόλη συντηρικοποιείται συνεχώς. «Αδειάζει» από δημιουργία και νεύρο. Αποξεραίνεται και μιζεριάζει. Χάνει σε σφρίγος και διάθεση. Αυτό όλο μπορεί να σου «δίνει» ψήφους, αλλά –κακά τα ψέματα– σου κόβει και την… Ανάσα. Και όσο να ‘ναι, με τόσες παρηκμασμένες φιγούρες γύρω σου, λιγάκι δύσκολο να βρεις και να δώσεις οξυγόνο. Ενίοτε και να πάρεις…

Τα υπόλοιπα, από Σεπτέμβριο και μετά. Γεροί να είμαστε…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου