Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013




Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶ μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν καὶ στραφέντες ρήξωσιν ὑμᾶς. 
                                                                                                                     Ματθαίος, κεφ. ζ΄ 6

Συγχωρείστε μου, αλλά αν αυτός που θα κρίνει την Μαρία Ρεπούση (και μάλιστα μέσω… Κούντερα) είναι ο Γιάννης Μιχελάκης (ο επονομαζόμενος και… Ταμπάκης), τότε εγώ τάσσομαι αναφανδόν μαζί της. Με χίλια! Αφήστε που όσο έβλεπα τα «τηλεοπτικά όρνεα» να την κατασπαράζουν με την αμορφωσιά και την ημιμάθεια τους, τόσο πιο πολύ κέρδιζε την εκτίμηση και την συμπάθεια μου. Κι όταν κατά το βραδάκι άνοιξαν οι οχετοί των νεοφασιστικών ιστοτόπων (μηδέ των νεοδημοκρατικών εξαιρουμένων), θεώρησα χρέος μου να την υπερασπιστώ με όσο πάθος μου έχει απομείνει. Και να πω και το ανθρώπινο: χαρά στο κουράγιο και την υπομονή της.  

Η κυρία Ρεπούση, υποστήριξε τα αυτονόητα. Μίλησε για τον κίνδυνο της «ποινικοποίησης της μνήμης» σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 3 του αντιρατσιστικό νομοσχέδιο Ρουπακιώτη, εκτιμώντας παράλληλα ότι η ιστορική επιστήμη δεν είναι υποχρεωμένη να δεχτεί ως τελεσίδικο γεγονός τις αποφάσεις των εθνικών κοινοβουλίων για το ζήτημα των γενοκτονιών, και έκανε λόγο για «εθνικούς μύθους», τονίζοντας ότι αυτοί υπάρχουν σε όλους τους λαούς.

Όμως, οι εσπευσμένες (και άγαρμπες) «μεταφράσεις» των απόψεων της, δημιούργησαν αμέσως το απαιτούμενο κλίμα… ανθελληνισμού. Οι εντεταλμένοι δημοσιογράφοι ζητούσαν επιτακτικά «απολογίες». Τα ακροδεξιά μπλοκ βρήκαν ξανά μπροστά τους το «θύμα των ονείρων» τους και όρμισαν για το αποτελείωμα. Οι διάφοροι «ψεκασμένοι» ξεσπάθωσαν με «κερκόπορτες» και «Εφιάλτες». Και ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Καραμανλή «κατέβασε» τσιτάτα από την Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι, (ως άλλη Δήμητρα Λιάνη – Παπανδρέου), για να της την «βγει»… κοσμοϊστορικά! Οποία φτώχεια. Πολιτική, ιδεολογική, πολιτισμική, ιστορική. Και οποία κατάντια.

Διότι, κατάντια είναι να αντιμετωπίζεις τις απόψεις του άλλου (του όποιου «άλλου») με κραυγές, αναθέματα, λοιδορίες, σεξισμούς και αφορισμούς. Κατάντια είναι όταν η Δημοκρατία δεν διαθέτει αντίβαρα διαλόγου και ανοχής. Και κατάντια είναι όταν οι τελετουργίες των «εθνικών μας μύθων», υποκαθιστούν την έρευνα, την επιστήμη και την γνώση. Όταν η σοβαρότητα και η σύνεση, υποχωρεί στην ορμή των αδαών και των καθυστερημένων.

Αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στη περίπτωση της κυρίας Ρεπούση, είναι πως τα περισσότερα από αυτά που κατά καιρούς έχει υποστηρίξει, έχουν προϋπάρξει των δικών της τοποθετήσεων. Θυμίζω (ξανά) ότι το περίφημο «συνωστίζονταν» (και όχι «συνωστισμός» όπως δολίως επιμένουν μερικοί), αναφέρεται από το 1995 στο βιβλίο του Richard Clogg, A Concise History of Greece. Η ιστορική αμφισβήτηση του Χορού του Ζαλόγγου (αλλά και των Κρυφών Σχολειών), έχει διατυπωθεί δεκάδες φορές. Όσο για τα «λεπτά» ζητήματα των γενοκτονιών, συνιστώ αυτοσυγκράτηση. Διότι, ποιος μου λέει εμένα ότι δεν είναι γενοκτονία η – ας πούμε – εξολόθρευση χιλιάδων Ελλήνων κομμουνιστών στις εκτελέσεις, στις φυλακές και τις εξορίες; Άλλωστε, το παράδειγμα των χωρών της Βαλτικής, δείχνει ξεκάθαρα πως οι τοπικές (ενίοτε και αναμφισβήτητες) ευαισθησίες, σπάνια ξεπερνάνε τα «εθνικά σύνορα».

 Αυτά, και, μέρες που είναι, αποχωρώ υπό τους ήχους και τα λόγια του Κεμάλ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου