Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΥΡΙΑΝΙΣΜΟΥ



Αναμφίβολα, το πιο «βαρύ φορτίο» στην τιμητική εκδήλωση για τον Λευτέρη Αθανασιάδη ανέλαβε να το «σηκώσει» ο Κοσμάς Χαρπαντίδης, αποδεχόμενος να μιλήσει για την πιο σχιζοφρενική σχέση. Αυτής, του Αθανασιάδη με τον Πολιτισμό! Και, κακά τα ψέματα, ο Κοσμάς ήταν ο μόνος ο οποίος θα μπορούσε να «διαπραγματευτεί» αυτό το κομμάτι της πολιτικής του Αθανασιάδη και με το λόγιο ταλέντο του (αγαπημένο μου, έτσι κι αλλιώς) να το αποδώσει στο επιθυμητό (και όχι μόνο για τους διοργανωτές) μέτρο. Υποχωρώντας ενίοτε και από τις προσωπικές του εκτιμήσεις.

Όμως, στην αντίπερα των «τιμών» (και των… μνημοσυνών) όχθη, θα υπάρχει πάντα και η «άλλη ματιά». Η «δεύτερη γραφή». Αυτή που (συνήθως) «χαλάει τη γιορτή» και βάζει τα πράγματα σε μία ισορροπία. Που «φέρνει την πλάστιγγα» στα ίσα της. Κι αυτό θα προσπαθήσω στον έμμεσο διάλογό μου με τον Κοσμά Χαρπαντίδη.

Για να προχωρήσω, ας ξεκαθαρίσω κάτι από την αρχή: σε καμία περίπτωση δεν υπήρξα «οπαδός» της «συγχωρήσεως» που περιέχεται στον δογματικό όρο: ο νεκρός δεδικαίωται. Ποτέ δεν μπόρεσα να τον κατανοήσω και, ως εκ τούτου, να τον αποδεχτώ. Γιατί –εκτός από «πλυντήριο ευθυνών» – τον θεωρούσα πάντα και άκρως υποκριτικό. Πόσο μάλλον όταν ο εκλιπών είχε προλάβει να καθορίσει με τη στάση του και τις επιλογές του την πορεία και την εξέλιξη δεκάδων γεγονότων που (εύλογα) συναρτούνταν ευθέως και με τις ανθρώπινες διαστάσεις τους.

Κάπως έτσι (ή ακριβώς έτσι) αντιμετωπίζω και το έργο του Λευτέρη Αθανασιάδη. Ανεπηρέαστος από τις υπερβολές που παράγουν οι συγκινήσεις της απουσίας του, οι υπερτιμητικές «κορώνες» της «φίλιας αυλής», ο αποθεωτικός λόγος της «αγοράς». Ελπίζω και χωρίς τις προκαταλήψεις των εγγενών μας διαφορών.

Προτάσσω λοιπόν το μείζον: ο Αθανασιάδης ήταν η επιτομή της πασοκικής αισθητικής! Ο γκουρού του λαϊκισμού. Ο άνθρωπος που μέσα στην πνιγερή αλαζονεία της ακμής του, δε θα διστάσει να μετατρέψει την είσοδο του Αρχαίου Θεάτρου σε υπαίθριο σουβλατζίδικο, την ώρα που στην ορχήστρα του βρισκόταν ο Μάνος Χατζιδάκις!

Με χωρίζει άβυσσος από το «πολιτιστικό έργο» του Αθανασιάδη. Είτε αυτό έχει τις αναφορές του στο δημόσιο χώρο (παράμετρος που «διαφεύγει» από πολλούς) είτε στον τρόπο και την έκταση που αναπτύχθηκαν οι υποδομές φιλοξενίας του είτε, τέλος, σε αυτό καθ’ αυτό το περιεχόμενό του. Παραδείγματα; Κοιτάξτε το «σχεδιαστικό γούστο» της πλατείας Ελευθερίας, της πλατείας Καπνεργάτη, της πλατείας του Μωχάμετ Άλη. Δείτε το αρχιτεκτονικό όνειδος (έσω–έξω) της Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε τον πλούτο των Καπναποθηκών. Την πλήρη απαξίωση και ευτέλεια (πλην Ωδείου) των νεοκλασικών που ανήκουν στην κυριότητα του Δήμου. Από την  «περιπέτεια» της Δημοτικής Καπναποθήκης μέχρι τα… βαλσαμωμένα πουλιά του (και καλά) Λαογραφικού Μουσείου. Το πώς κατάντησε η Μεγάλη Λέσχη μετά το «πανηγύρι της κατάληψης»… Μη μιλήσω για τα θαλάσσια λουτρά Τερμεντζή και την εξόντωση της ψαραγοράς. Της πιο γνήσιας έκφρασης «πολιτισμού της αγοράς»…

Δεκαέξι χρόνια –και μάλιστα τα πιο εύρωστα στην ιστορία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης– αποδείχτηκαν λίγα για να οργανώσουν μία Δημοτική Πινακοθήκη και μία σύγχρονη αίθουσα εκθέσεων. Τα έργα που κατά καιρούς αγόραζε ο δήμος από τους καλλιτέχνες (μερικά από αυτά, σκέτοι θησαυροί) ρήμαξαν και λεηλατήθηκαν, καθώς στοιβαγμένα και αφύλαχτα σε βρώμικες αποθήκες. Να προσθέσω; Κανένας χώρος με (έστω συμβατικές) υποδομές που θα ανταποκρίνονταν αξιοπρεπώς σε μία σειρά από μουσικά γεγονότα. Πλήρης απαξίωση και υπονόμευση της ιδέας για το Μέγαρο Μουσικής. Καμία σοβαρή και ελκυστική στεγαστική μέριμνα για το Μουσείο Καπνού… Ενδεχομένως, την ίδια ακριβώς τύχη θα είχε και η θεατρική στέγη του ΔΗΠΕΘΕ αν στην πορεία δεν προέκυπτε το «τέλος» του Παλλάς και η (ομολογώ) αστραπιαία κίνηση για την αγορά του από το δήμο. Μόνον που εκεί εξελίχθηκε μία «πονεμένη ιστορία» (ακόμη βοούν οι καταγγελίες του Κραουνάκη στην ΕΤ3), γι’ αυτό και το «κλείνω» εδώ… Και μην πω πώς «αρπάχτηκε» το Θεατρικό Εργαστήρι από το Σύνδεσμο Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών για να μετατραπεί μέσα σε μία νύχτα σε… ΔΗΠΕΘΕ, κουβαλώντας σε αυτό όλα τα συμπτώματα της ερασιτεχνικής του νοοτροπίας.

Μαζί με αυτά, δεν μπορώ να λησμονήσω την κατάντια και την παρακμή του Φεστιβάλ Φιλίππων επί διοικήσεως Αθανασιάδη και τον υποβιβασμό του σε ένα «καλοκαιρινό αναψυκτήριο» τριτοκλασάτου συλλόγου. Τι να πρωτοθυμηθώ; Τον Ψάλτη στο ρόλο του Ξανθία στους Βατράχους; Τον Ηλιόπουλο να τον σέρνουν στον απόλυτο εξευτελισμό; Τον Βουτσά και τον Μουστάκα να αναπαράγουν την «κουλτούρα της βιντεοταινίας»; Την είσοδο (και από τότε παραμονή) στο Φεστιβάλ των συναυλιών προς τέρψιν της αχαλίνωτης μάζας του τσιφτετελληνισμού;

Παρ’ όλα αυτά (και με τον «αντί – κατάλογο» να μη έχει… τερματίσει), ας μην ξεχνάμε κάτι. Ο Αθανασιάδης δεν υπήρξε ποτέ «δήθεν». Δεν «έπαιξε ρόλους». Δεν προσποιήθηκε. Ποτέ του δεν καμώθηκε τον «πολιτισμένο». Ήταν ένας «ατόφιος πασόκος» (κατά… παρέκκλιση, οξυδερκής και ταλαντούχος) που μεγαλούργησε μέσα στη μεγάλη άνθηση του Αυριανισμού. Και, ως τέτοιος, πορεύτηκε μέχρι το τέλος. Αν μη τι άλλο, δε μας είχε «παραμυθιάσει» ποτέ. Αυτός ήταν και αυτό «πούλαγε».

Και μεταξύ μας; Το προτιμώ από τους… ιμιτασιόν του είδους. Τουλάχιστον με τον Αθανασιάδη, ήξερες με τι έχεις να κάνεις. Και με ποιον…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου