Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟ...



Αλλότριο πλήθος έρπει τώρα στις λεωφόρους…
Μανώλης Αναγνωστάκης

Ξεκινώ να γράψω ένα πολύ «στενάχωρο» κείμενο, ξέροντας εκ των προτέρων ότι θα με «πληγώσει» βαθιά. Ότι θα «γκρεμίσει» μέσα μου έναν ολόκληρο κόσμο. Θα μου «γκριζάρει» όνειρα και ουτοπίες. Θα μου «αναποδογυρίσει» μύθους και προσδοκίες. Αναμνήσεις εφηβικές και συλλογικά εγερτήρια. Συναισθήματα που μπολιάστηκαν στις πιο ακριβές μας λέξεις. Την Αγάπη, τη Φιλία, τη Συντροφικότητα, τον Αγώνα… Το ξέρω, αλλά ζητάω και να λυτρωθώ.

Παίξαμε μπάλα μαζί. Αυτός τερματοφύλακας και ‘γω με ένα μεγάλο 4 στην πλάτη. Μπροστά μου ξανά η φωτογραφία με τη θρυλική Π.Ο.Π.Η. Πιτσιρίκια ακόμη στην αυλή της παιδικής Πρόνοιας, με τη μυρωδιά των πεύκων να ανακατεύεται με εκείνη από το μαλεμπί του κυρίου Κόντη. Μαζί και στη «μεγάλη μας έξοδο», στο οικόπεδο του Μαρούλη. Στα μάτια μας, ίδιο Μαρακάνα. Χτυπούσαμε και κόρνερ. Χαρά ανείπωτη. Επανάσταση ορμονών!

Θα μεσολαβήσουν τα χρόνια της ενηλικίωσης. Θα «χαθούμε». Εκείνος στη Θεσσαλονίκη για σπουδές στο Πολυτεχνείο και ‘γω πάνω από την Έκφραση του Κόντογλου να προσπαθώ να βάλω σε βυζαντινή τάξη την κοσμογονία των χρωμάτων. Μεγαλώναμε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Κάτι χτίζαμε. Ελπίδες, οράματα, ιδέες… Ίσως και το Άγνωστο. Πού να τα ξέρεις τότε…

Μαθαίνω ότι «στρατολογήθηκε» στην ΚΝΕ. Στέλεχος, μου είπανε, στο Σπουδαστικό. Σύντροφοι, δηλαδή. Τελικά, μικρός ο κόσμος. Ανταμώνουμε κάτω από τα ίδια συνθήματα. Μέθη νηφάλια. Κόμμα και ρετσίνες κι άσματα επινίκια. Πέφτουμε με τα μούτρα στον Ρίτσο, τον Αυγέρη, τον Βάρναλη. Καταπίνουμε χιλιόμετρα φιλμ. Από τον Αγγελόπουλο μέχρι τον Κουροσάβα και τον Βάιντα. Μάρτυρες ήρωες οδηγούνε… Ξενυχτάμε με τα τραγούδια του Μπίρμαν και του Θάνου. Τη Δημητριάδη που λάτρευε. Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες…

Κι έπειτα, κενό. Μέσα μου αρχίζω ανασκαφές. Αδειάζω. Αναχωρώ. Όμως επιμένω: η πίστη δεν χαλαρώθηκε… Αυτό είπα και μετακόμισα πέρα από τα τείχη…

Ξανασμίξαμε αλλιώς. Πιο έμπειροι, πιο κατασταλαγμένοι. Ανοίξαμε δουλειές, κάναμε οικογένειες, μπήκαμε σε μια σειρά, μα το σαράκι εκεί, να προστάζει εγρήγορση και να προκαλεί αναθερμάνσεις. Ακολουθώ άλλες σημαίες. Αφήνω πίσω μου πάθη και διασπάσεις και «βγαίνω στην αυτονομία». Το θυμάμαι σαν τώρα. Εκείνη η μέρα πέρασε χωρίς καμιάν απόχρωση. Ούτε που μιλήσαμε. Να πούμε τι; Και οι απαριθμήσεις, αχρείαστες πια.

Τον βλέπω πίσω από τους απόηχους των ιδεολογιών να χρωματίζει την κατήφεια της πιο «μουντής Αριστεράς». Ποτέ άλλοτε το ΚΚΕ τόσο άδειο από συγκίνηση. Τόσο μίζερο και καταθλιπτικό. Μα αυτός, χαρισματικός όσο τότε, λάμπει και ξεχωρίζει. Όχι εξ αιτίας της μετριότητας των συντρόφων του, αλλά χάρη στο ταλέντο του, την οξυδέρκειά του, τη μεθοδικότητα του, τις γνώσεις του… Την ίδια του την προσωπικότητα. Αυτήν που θα «θυσιάζει» για χρόνια ολόκληρα στον «κομματικό βωμό». Και σ’ ένα «καθήκον», αδιέξοδο…

Η Άνοιξη του 2010 μάς βρήκε ξανά μαζί να κουβεντιάζουμε με φίλους αδελφικούς την κοινή μας κάθοδο στις δημοτικές εκλογές. Ο Θοδωρής, ο Μάκης, η Αλεξάνδρα, ο Βασίλης, ο Θέμης, ο Κώστας… Θέλαμε να «μπει μπροστά». Να κάνει τη μεγάλη υπέρβαση. Να «κλείσουμε» και με τους εγωισμούς μας…

Μείναμε εκεί. Έμελε να είναι και η τελευταία μας συνάντηση…

Προχθές, σε ένα μικρό σχόλιο στη «Νέα Εγνατία», διαβάζω ότι ο Κωστής Σιμιτσής θα ανακοινώσει σε λίγο καιρό τη συνεργασία του με τον Βασίλη Λιόγκα. Δεν είπα τίποτε. Ένας κόμπος ανέβηκε μόνο στο λαιμό και θυμήθηκα ξανά τη Δημητριάδη που λάτρευε. Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου