Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013



Στις εκλογές του ‘61 (που η πολιτική ιστορία τις κατέγραψε και ως «εκλογές βίας και νοθείας») ήμουν μόλις τριών ετών, αλλά με «σημαδεύει» ακόμη ένα γεγονός που έζησα στα μικρά γραφεία της ΕΔΑ, στο Θεολόγο της Θάσου. Οι λεπτομέρειές του συμπληρώνονται και από τις μετέπειτα διηγήσεις των μεγαλυτέρων.

Ήταν ένα κρύο βράδυ στα μέσα του Οκτώβρη και οι λιγοστοί ΕΔΑΐτες του χωριού (ανάμεσά τους και ο πατέρας μου) είχαν μαζευτεί από νωρίς το απόγευμα γύρω από μια χαμηλή σόμπα εμαγιέ. Την «πάπια μας», που έλεγε ο Γιάννης, και τη φόρτωνε συνέχεια με ξύλα για να «ζεσταθεί το κοκαλάκι μας». Πάνω της κόχλαζε τσάι με αλισφάκι από τα μέρη του Κουφόκαστρου, εμπλουτισμένο με λίγη μέντα «για τους νιόπαντρους»… Γύρω της, σχεδόν σε κύκλο, ελάμβανε χώρα το τελετουργικό της σταυροδότησης. Αριστερά από το όνομα του Γιώργη Τσαρουχά.

Και ‘κει που το κελαϊδίσιο σφύριγμα του Γιάννη Φελούκη άρχισε να σβήνει σιγανά και γλυκά με τους Λιποτάκτες του Μίκη, ακούστηκε ένα μακρινό ποδοβολητό που, όσο πλησίαζε προς το μέρος μας, γινόταν όλο και πιο βίαιο και απειλητικό. Πριν καν προλάβουν να σηκωθούν και να δουν τι συμβαίνει, ο θόρυβος μετατράπηκε σε τρόμο. Πάνω από είκοσι παρακρατικοί με καδρόνια, πέτρες και λοστούς (φερμένοι είπαν μετά από τα «δεξιά χωριά») χίμηξαν μέσα στα γραφεία και άρχισαν να σπάζουν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Πρόλαβα να κρυφτώ πίσω από το σώμα του πατέρα μου που προσπαθούσε να αμυνθεί με ό,τι περίσσευε από την καταστροφή. Και ξαφνικά, όλα σκεπάστηκαν από ένα διαπεραστικό και σπαρακτικό «μηηηη» όταν ο Γιώργος Κοκαλάς βρέθηκε κρεμασμένος στη βιβλιοθήκη. «Όχι αυτά», φώναζε, και δεν ήξερες αν ήταν παρακαλετό, φόβος, απόγνωση ή παλικαριά.

Όλοι οι τραμπούκοι έπεσαν επάνω του σα μανιασμένα θεριά. Ήταν ο τελευταίος τους στόχος. Ό,τι πιο πολύτιμο υπήρχε σε εκείνα τα μικρά γραφεία της ΕΔΑ, έπρεπε να καταστραφεί. Να ποδοπατηθεί. Να σκιστεί. Να καεί.

Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά για το κακό. Βάρναλης, Γκόργκι, Λειβαδίτης, Ντοστογιέφσκι, Τόμας Μάν, Τσίρκας, Καζαντζάκης, Κρόνιν, Αυγέρης, Έλλη Παπά… αντάμα λες, βρέθηκαν έξω στο κρύο για να αποτελέσουν το πρώτο προσάναμμα των όσων θα ακολουθούσαν στη χώρα.

Συγκράτησα βαθιά μέσα μου εκείνο το κλάμα που ξεχύθηκε από τα μάτια των νέων της ΕΔΑ και το κουβαλάω ανεξίτηλο στο χρόνο. Και τρομάζω διπλά όταν βλέπω να επαναλαμβάνονται τα ίδια εν καιρώ «ειρήνης» και «δημοκρατίας». Τρομάζω και πονώ!

Εδώ ήθελα να καταλήξω. Και να συνδέσω εκείνα τα γεγονότα του χωριού με την πρόσφατη ανακοίνωση της αντιτρομοκρατικής μετά τη σύλληψη των δύο νεαρών από τη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι φέρονται να ανήκουν στην οργάνωση (αυτή ποτέ δεν… τελειώνει!) «Συνομωσία των Πυρήνων της Φωτιάς». Για πρώτη φορά στα χρονικά παρόμοιων ερευνών, υπάρχει σαφής (και τονισμένη) αναφορά για εύρεση βιβλίων αναρχικού περιεχομένου, τα οποία μάλιστα εκτιμούνται και ως τεκμήρια ενοχής!

Με απλά λόγια: από τούδε και στο εξής, η ανάγνωση των κειμένων του Μπακούνιν και του Κροπότκιν (αύριο του Καστοριάδη, του Ζίζεκ, του Τσόμσκι, του Αξελού, του Πουλαντζά…) θα θεωρούνται μέσο «κατασκευής τρομοκρατών», άρα ως τέτοια θα πρέπει και να… παραπεμφθούν!  Όπερ μεθερμηνευόμενο: Στη… νέα πυρά!

Και ρωτάω: πόσο απέχουμε τελικά από τα χρόνια του ‘60;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου