Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

ΙΡΑΚ ΑΛΑ ΤΕΞΑΣ



Είναι τελικά μία «συντηρητική αμερικανιά» ο Ελεύθερος Σκοπευτής του Κλιντ Ίστγουντ; Πρόκειται για μία ακραία μιλιταριστική κινηματογραφική εκδοχή του πολέμου στο Ιράκ; Ή για ένα «πολεμικό γουέστερν» που ξεπερνάει τις «φυσικές φόρμες» του «καλού» και του «κακού» και που μετατρέπεται σε ένα προπαγανδιστικό «σκονάκι» της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών;

Είναι αλήθεια ότι οι τελευταίες ταινίες τού –έτσι κι αλλιώς σπουδαίου– Κλιντ Ίστγουντ μάς είχαν «καλοσυνηθίσει» σε ουμανισμούς και προοδευτικότητες, με κορυφαίο ίσως δείγμα το αντιρατσιστικό Gran Torino. Παρ’ όλα αυτά, είτε «κοιτάς» τους Ασυμβίβαστους και το Million Dollar Baby είτε το Σκοτεινό Ποτάμι και το Γράμματα από το Ίβο Τζίμα (ακόμη-ακόμη κι αυτό το «άπατο» Jersey Boys), οι «σκιές» του «αμερικανικού ονείρου» ελλοχεύουν από παντού. Και πάνω απ’ όλα εκείνη η αίσθηση… υπερ-ηρωισμού που συνδέει τον πρωταγωνιστή του Σέρτζιο Λεόνε με τον «ρεπουμπλικάνο» σκηνοθέτη.

Πράγματι, ο Ελεύθερος Σκοπευτής έχει μία «χαλαρή» σχέση με την πολεμική ιστορία του Ιράκ και επιλεκτικά μονοδιάστατη. Στη σκηνοθετική του ερμηνεία μάλιστα, περισσεύει το «κλίμα» μανιχαϊσμού και η καουμποϊλίκικη διάσταση του ήρωα. Κι όταν αυτά είναι τόσο άρτια δομημένα (τεχνικά και ιδεολογικά), πολύ φυσικό να εκπέμπουν απίστευτη δύναμη και ρεαλισμό. Και να διεισδύουν με ακρίβεια… χειρουργείου.

Ο Ίστγουντ, μάστορας μέγας στις «αφηγηματικές του εκτάσεις», διασπά τον μύθο του «μαχητή» με μεγάλες αναφορές από την προσωπική του ζωή. Η τεξανική κουλτούρα, η οικονομική αβεβαιότητα, η μιζέρια της καθημερινότητας μαζί με το πλάσιμο ενός «πατριωτικού οράματος», συνθέτουν το κοινωνικό μπαγκράουντ μέσα από το οποίο «ξεπηδούν» οι «πολεμιστές του Έθνους»! Αυτή η πλευρά (απλά… περιγραφική και σχεδόν… αφώτιστη) θα πάρει διαστάσεις «εσωτερικής κριτικής», όταν μπλεχτεί με τα οικογενειακά αδιέξοδα που προκαλεί ο «εθισμός» του ήρωα με τον στρατό και (μοιραία) με τον θάνατο.

Μόνο που αυτή η τόση σημαντική για τη «φυσιογνωμία» της ταινίας διάσταση, θα εξελιχθεί σε κάτι σαν… συζυγικό καυγαδάκι. Θα μείνει μετέωρη και αποσπασματική και, καθώς «ανυπεράσπιστη» από δραματουργικές «ανησυχίες», θα υποχωρεί συνεχώς μπροστά στις (ομολογουμένως) συγκλονιστικές σκηνές των μαχών.

Σε αυτό το επίπεδο είναι που «χάνει» ο Ίστγουντ την επαφή με την Τέχνη, μεταμορφώνοντας έναν καθ’ έξιν δολοφόνο σε… ραμποειδές ίνδαλμα! Κάποιοι, βέβαια, θα μιλήσουν για «ωμό ρεαλισμό». Θα επικαλεστούν τον «βιογραφικό χαρακτήρα» της ταινίας και τους 160 επιβεβαιωμένους φόνους του «αληθινού» Κρις Κάιλ για να δώσουν «συγχωροχάρτι» στην (κραυγαλέα) υποκειμενικότητά του. Όμως το «ατόπημα» του Ίστγουντ –ιστορικό και κινηματογραφικό– είναι ότι «στήνει» έναν «δευτερεύοντα πόλεμο», όπου οι «μανιακοί» και οι «άρρωστοι» βρίσκονται ΜΟΝΟ στην πλευρά του εχθρού. Ακόμη και οι δύο «βαρβάτες» σε ένταση και ψυχολογία σκηνές με τα παιδιά-καμικάζι, αφήνονται στη μοίρα των… εντυπώσεων.

Ο Ελεύθερος Σκοπευτής είναι μία ταινία για «νικητές» και «ηττημένους». Γι’ αυτό και από «μέσα» της απουσιάζει το «δίκαιο» και το «άδικο», τα «θύματα» και οι «θύτες». Και γι’ αυτό ίσως ο «θρύλος» του Κρις Κάιλ δομείται με πρότυπα… Σταλόνε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου