Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΓΚΡΑΦΙΤΙ



Η τέχνη οφείλει να ανακουφίζει τους διαταραγμένους και να διαταράσσει τους ανακουφισμένους
Bansky

Πείτε ό,τι θέλετε, διαφωνείστε όσο θέλετε, εμένα όμως πολύ μου άρεσε το γιγαντιαίο γκράφιτι στον τοίχο του Πολυτεχνείου. Ούτε με πρόσβαλε ούτε μου «χάλασε» την αισθητική μου. Τουναντίον: θαύμασα την απίστευτη ταχύτητα με την οποία εργάστηκαν οι καλλιτέχνες-καμικάζι, συνέδεσα την εικαστική τους μεθοδολογία με αυτήν των μαϊστόρων του Πανσέληνου και του Θεοφάνη και καθηλώθηκα μπροστά στο χαοτικό αποτέλεσμα της ασπρόμαυρης τελετουργίας τους.

Είπαν ότι πρόσβαλαν ένα εμβληματικό (σε όλα του τα επίπεδα) κτίριο. Ότι δε σεβάστηκαν την αρχιτεκτονική του «προσωπικότητα», την ακαδημαϊκή του παράδοση και τους πολιτικούς του συμβολισμούς! Ότι «μπογιάτισαν» την ιστορία του! Άναρχα και σκοτεινά. Λέω όμως: ο σεβασμός είναι ενέργεια αμφίδρομη. Δούναι και λαβείν. Είσπραξη και ανταπόδοση. Κι αναρωτιέμαι: τι αποκόμιζε μέχρι εχθές ο «πολίτης-θεατής» από τους τοίχους του Πολυτεχνείου; Ήταν ή όχι το «σκηνικό» του μία διαχρονική κακογουστιά πλημυρισμένη από τη γλουτολίνη των αφισοκολλητών, τη μονοτονία των συνθηματογράφων και τη διαφημιστική κουρελαρία;

Μίλησαν για παρανομία, αλλά δεν κάθισαν να σκεφτούν ότι οι γκραφιτάδες της Street Art είναι από μόνοι τους ένα «καλλιτεχνικό αντάρτικο». Ένα αντιεξουσιαστικό ρεύμα, αντίστοιχο με αυτά που δημιουργούσαν κάποτε τα σουρεαλιστικά και φουτουριστικά κινήματα. Ανυπότακτο, γι’ αυτό και ζωντανό. Και εκτυφλωτικά επίκαιρο. Γιατί, ποιοι άλλοι άραγε θα μπορούσαν σήμερα να αποδώσουν τη χαοτική ατμόσφαιρα της Στουρνάρη; Μήπως οι… Atenistas;

Κάποιοι αναφέρθηκαν και σε «επιτρεπτά όρια», ξετυλίγοντας  ένα ολόκληρο σκεπτικό «νομιμότητας». Προτείνοντας ένα «πλαίσιο έκφρασης». Ένα «μέτρο αφήγησης». Ξέχασαν όμως ότι η πραγματική Τέχνη στερείται ορίων και… αδειοδότησης! Είναι εκτός «γραμμής». Είναι ασυμβίβαστη, ρηξικέλευθη, επαναστατική, προκλητική. Γι’ αυτό θα προηγείται πάντα των εφησυχαστικών μας προτύπων και θα συγκρούεται συνεχώς με το καθημερινό μας τέλμα. Την ήσυχη και τακτοποιημένη ζωούλα μας. Τις συνήθειές μας. Τον καθωσπρεπισμό μας.

Τέλος, βρέθηκαν κι εκείνοι που έκριναν με «μάτι ειδικού», καταφεύγοντας σε κηρύγματα «εικαστικής ορθότητας», συνοδεία χαρακτηρισμών της διάστασης ενός «αίσχους», ενός «ανοσιουργήματος» ή μιας «μουντζούρας». Λησμονώντας, προφανώς, ότι από τόσο βιαστικές και πρόχειρες κρίσεις δεν είχαν «γλυτώσει» κάποτε ούτε ο Θεόφιλος ούτε ο Βαν Γκογκ ούτε ο Έντβαρτ Μουνκ ούτε ο Τζάκσον Πόλοκ (για να μείνω μόνο σε μερικά «χτυπητά» παραδείγματα). Με το μειονέκτημα της εξ αποστάσεως γνώμης, εκτιμώ ότι το έργο της ομάδας Icos & Case, είναι η προέκταση μιας αφιλόξενης, μουντής και παρηκμασμένης πόλης. Ένα εικαστικό ηλεκτροσόκ στα σπλάχνα μιας πολεοδομικής χοάνης που σε εξοντώνει και σε «καταπίνει». Στις τεράστιες και ευθύβολες πινελιές του «καθρεφτίζονται» ταλαιπωρημένα τζάνκια, λεηλατημένοι μετανάστες, διαλυμένοι μικροαστοί, άφλογοι φοιτητές, ματαιωμένες εξεγέρσεις…

Και ναι! Ίσως κι όλοι εμείς που… παραδώσαμε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου