Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΠΝΑΠΟΘΗΚΗ

Έχω κάθε λόγο (ιστορικό και συναισθηματικό) να προβάλλω την παρακάτω είδηση και να τη συνοδεύσω με τις απόψεις και τις προτάσεις μου. Εν αρχή λοιπόν η είδηση, έτσι όπως την παρουσίασε η ιστοσελίδα της εφημερίδας Πρωινή: Την καπναποθήκη που στέγαζε τη δεκαετία του ’90 τη μουσική σκηνή «Παλιό Ωδείο» πρόκειται να αγοράσει ο Δήμος Καβάλας από θυγατρική εταιρία του Ομίλου της Alpha Bank που διαχειρίζεται τα αστικά ακίνητα. Αυτό ανακοίνωσε την Δευτέρα αργά το βράδυ η δήμαρχος Καβάλας Δήμητρα Τσανάκα στη διάρκεια της συνεδρίασης του δημοτικού συμβουλίου, στη συζήτηση που γινόταν στο σώμα για τον προϋπολογισμό του Δήμου του έτους 2016. Η κ. Τσανάκα ανακοίνωσε ότι η αγορά θα στοιχίσει 200.000€ και ο Δήμος Καβάλας θα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει το κτήριο ανάλογα με τις ανάγκες του όταν μάλιστα βρίσκεται λίγες μόλις δεκάδες μέτρα από το δημαρχείο.

Στο ουσιώδες: πολύ ορθά έπραξε η Δημοτική Αρχή και προχώρησε στην αγορά της καπναποθήκης. Και μακάρι να υπήρχαν οι οικονομικές δυνατότητες για ακόμη περισσότερες «επενδύσεις» αυτής της κλίμακας και αυτής της εμβέλειας. Το ζητούμενο από δω και πέρα είναι, σε ποια «κατεύθυνση αξιοποίησης» θα προσανατολιστεί το όλο εγχείρημα. Ποια μορφή δράσης θα επιλεγεί. Τι θα εξυπηρετήσει.

Βέβαια, το ρεπορτάζ αφήνει μία «μικρή υπόνοια» κάνοντας λόγο για το «βολικό» της γειτνίασης με το Δημαρχείο, κάτι που «υπονοεί» ότι πολύ πιθανόν η χρήση της θα συνδεθεί με τις διοικητικές ανάγκες του δήμου. Να στεγάσει, δηλαδή, υπηρεσίες που «ασφυκτιούν» στους χώρους του Δημαρχιακού Μεγάρου. Προσωπικά, απεύχομαι μία τέτοια εξέλιξη –και παρακάτω θα εξηγήσω τους λόγους της αντίθεσης– αλλά αν όντως συμβεί κάτι τέτοιο, τότε ένα είναι το σίγουρο: η κυρία Τσανάκα θα χάσει τη μεγάλη ευκαιρία να συνδέσει το όνομά της με μια σπουδαία κίνηση ουσιαστικής αναβάθμισης του πολιτιστικού τοπίου της πόλης.

Και για να εξηγήσω, εισέρχομαι αμέσως στα περί της «ιστορίας» και των «συναισθημάτων».

Ήταν απόγευμα Ιουνίου του 1993, όταν, συνοδεία του κτηματομεσίτη που εκπροσωπούσε την οικογένεια Δόρφανη (στην κυριότητα της οποίας ανήκε η εν λόγω καπναποθήκη), πρωτομπήκα στο χώρο της. Εισήλθαμε από την είσοδο της οδού Νίκης και την πρώτη υποδοχή μάς την επιφύλαξε μία οικογένεια… ποντικιών! Αρκούντως ευτραφών, απ’ όσο πρόλαβα να δω. Η μέσα κατάσταση, απερίγραπτη έως… απελπιστική! Υπό αυτό το σοκ, το πιο πιθανό, ο εκτελών χρέη «ξεναγού» να ένιωθε ότι σπαταλούσε τσάμπα το χρόνο του, γεγονός που τον έκανε ιδιαίτερα βαριεστημένο. Πού με τρέχει τώρα αυτός, θα σκέφτηκε και άρχισε να δείχνει τα πρώτα σημάδια βιασύνης. Άδικο δεν είχε, αλλά όταν σε πέντε λεπτά γύρισα και του είπα: μας κάνει, θα τη νοικιάσουμε, διέκρινα στο βλέμμα του μία διάθεση… συμπόνιας! Από ευγένεια ίσως, απέφυγε αυτό που κατά βάθος ήθελε να μου πει: μεγάλη τρέλα πρέπει να κουβαλάτε

Έτσι ξεκίνησε η ιστορία του Παλιού Ωδείου. Στο διάβα της, ο Θοδωρής Μαδυτινός (συνέταιρος και αδελφός στο μικροκαμωμένο Kino της Παύλου Μελά), η Έλσα Σπανουδάκη και ο Δημήτρης Ορφανίδης (πολυτιμότατοι και εμπνευσμένοι), ο Στράτος Σαββίδης και ο υιός Συμεών (με την αξεπέραστη ευρυχωρία τους), ο Στάθης Χαρπαντίδης (εκ γενετής… μπλούζμαν) μαζί με την Γιώτα Κεφαλά… Η πορεία του εμπλουτίστηκε την επόμενη χρονιά από την παρουσία του Τάσου Ευαγγέλου, για να εκτοξευτεί στα χρόνια του εκλεκτού και εσαεί ανοιχτόκαρδου (και ανοιχτόμυαλου) Άρη Οργιανόπουλου!

Το Παλιό Ωδείο δεν ήταν απλά μία μουσική σκηνή (που και τέτοια μόνο να ήταν, πάλι ως πρωτοποριακή θα λογίζονταν). Το Παλιό Ωδείο υπήρξε επί οκτώ συναπτά έτη ο «πολιτιστικός πνεύμονας» της πόλης. Το σημείο αναφοράς της σε ό,τι είχε να κάνει με την ποιότητα και την καλαισθησία. Μέσα σε ένα χρόνο, η φήμη του απλώθηκε παντού. Οι συναυλίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Καλλιτέχνες από όλο το μουσικό φάσμα. Ελληνικό και ξένο. Θεατρικές παραστάσεις, εκθέσεις, προβολές, λογοτεχνικές παρουσιάσεις, συνέθεταν ένα ιδιωτικό «πολιτιστικό έπος» που όμοιό του δεν «ζήσαμε» ποτέ!

Και ξαφνικά, πάνω ακριβώς στην ακμή και την καταξίωσή του, Σεπτέμβρη μήνα του 2001, τότε που ξεκινούσε ο προγραμματισμός για τη χρονιά που ερχόταν, έφθασε το μαντάτο της πώλησης του ακίνητου σε κάποια τράπεζα. Οι τίτλοι του τέλους είχανε ήδη πέσει…

Σήμερα, με την αγορά της καπναποθήκης από τον δήμο, δίνεται η δυνατότητα να ζωντανέψει ξανά ο… θρύλος της! Όχι διά της μιμήσεως –κάτι που θα υπονόμευε τη σπουδαία συνεισφορά των όσων εξελίχθηκαν εντός της– αλλά ως μία σύγχρονη πρόταση πολιτιστικής και πνευματικής δράσης. Με αυστηρούς κανόνες στην ποιότητα των εκδηλώσεων, με συνεχές και εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, προπάντων όμως με υψηλό αίσθημα επαγγελματικής ευθύνης. Γιατί αν είναι να «παρελαύνουν» από εκεί «δρώμενα» και σύλλογοι, το… κάψαμε!

Εν κατακλείδι: αν η Δήμητρα Τσανάκα καταφέρει να «μπει στο πνεύμα» του Παλιού Ωδείου και να επαναφέρει στο χώρο τη δημιουργική του αύρα, αυτό θα αποτελέσει σημείο αναφοράς στο «αυτοδιοικητικό της πέρασμα». Γιατί, κακά τα ψέματα, με κάτι τέτοιες πρωτοβουλίες ξεχωρίζουν και καταξιώνονται οι δήμαρχοι. Και μένουν εσαεί στη μνήμη μας και την Ιστορία…










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου